Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

Γ΄ Λυκείου-Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία: Κριτήριο Αξιολόγησης (Εξειδίκευση)

 

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΗ

Κείμενο 1: Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος - Ο καταμερισμός και η ειδίκευση



Το σύνολο του συγγραφικού έργου του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου (1901-1982)  είναι τεράστιο σε έκταση, αγγίζοντας την ποίηση, την πεζογραφία, την ταξιδιωτική λογοτεχνία, την αρθρογραφία, το δοκίμιο και  την κριτική.


1.      [...] Η εργασία, για να γίνεται γρηγορότερα και καλύτερα, έχει κατανεμηθεί σε μικρά κομμάτια και ο καθένας διεκπεραιώνει, συχνά εφ' όρου ζωής, το μικρό κομμάτι που του έλαχε. Έτσι, βέβαια, η προσπάθεια τυποποιείται. Και αν αυτό στην περιοχή της πρακτικής ενέργειας είναι επικίνδυνο, στην περιοχή του θεωρητικού στοχασμού γίνεται επικινδυνότατο. Η τυποποίηση αποτελεί άρνηση της προσωπικής ελευθερίας. Το ιδανικό του «στάνταρντ» μπορεί να είναι χρήσιμο στα βιομηχανικά προϊόντα. Αλλά ο άνθρωπος, τουλάχιστο ίσαμε τη στιγμή τούτη, δεν είναι βιομηχανικό προϊόν. Αργότερα, φυσικά, μπορεί να γίνει. Μπορεί να δημιουργηθούν απέραντα εκκολαπτήρια ανθρωπίνων υπάρξεων.

2.      Ο καταμερισμός, που είναι σήμερα το αναπόφευκτο, αύριο μεθαύριο μπορεί να γίνει η νέα μοίρα της ανθρώπινης τραγωδίας. Γιατί η τυποποίηση δεν είναι άσχετη, αν καλοκοιτάξει κανείς το θέμα, προς τον καταμερισμό. Όσο η ενέργεια περιορίζεται σε κλειστούς χώρους, τόσο και το πρόσωπο που ενεργεί μεταμορφώνεται σε ακούσιο όργανο, παύει να συμμετέχει συνειδητά στην προσπάθεια. Η επανάληψη σκοτώνει την ευδιαθεσία και η έλλειψη της ευδιαθεσίας μαραίνει τη φαντασία. Και δεν πρέπει να λησμονούμε πως η φαντασία, είτε εφαρμοσμένη στα πράγματα είτε όχι, είναι πολύτιμη μορφή της ελευθερίας. Ο μεγάλος κίνδυνος λοιπόν υπάρχει εκεί: ο άνθρωπος που επαναλαμβάνει σε μια ολόκληρη ζωή την ίδια κίνηση, που περιορίζει το οπτικό του πεδίο σε μια απειροελάχιστη μορφή ενέργειας, γίνεται πια και ο ίδιος ένας χώρος στεγανός, όπου ο ήλιος από άλλους κόσμους δεν βρίσκει τόπο να πέσει. Και αν αυτό συμβαίνει, με τόσο βλαπτικά αποτελέσματα, στην περιοχή της καθημερινής προσπάθειας, πολύ περισσότερο μπορεί να συμβαίνει, και με συνέπεια την απώλεια της συνείδησης των συνόλων, στην περιοχή της επιστημονικής προσπάθειας. Εκεί πια παίρνει τη μορφή αλγεινής περιπέτειας, που μόνο λίγοι, εξαιρετικά προικισμένοι, μπορούν, και κατά ένα ποσοστό, να την ξεφύγουν. Το ερώτημα τώρα έρχεται από μόνο του: υπάρχει τρόπος σωτηρίας ή όχι; Νομίζω πως άλλος τρόπος δεν μπορεί να υπάρξει έξω από τη διεύρυνση και την καλή χρησιμοποίηση του διαθέσιμου χρόνου. Ένας γιατρός δεν είναι πια σωστό, καθώς έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα, να μην έχει ειδικευθεί σ' ένα κλάδο της επιστήμης του. Αλλά θαυμάσια μπορεί να χρησιμοποιεί τον διαθέσιμο χρόνο του, για να κερδίζει και τη γενική επιστημονική γνώση, που θα καταστήσει και την ειδίκευσή του αποτελεσματικότερη. Και η «ανθρώπινη βίδα» πρέπει στην άδεια της ώρα να ξεβιδώνεται όσο πληρέστερα μπορεί, αποβλέποντας στη γενική της καλλιέργεια, ώστε η ομοιομορφία της προσπάθειας να μην προκαλεί την ολοκληρωτική της τυποποίηση. [...]

3.      Η ειδίκευση, πρέπει να το πάρουμε απόφαση, δεν είναι μια υπόθεση που μπορεί ν' ανασταλεί ή να περιορισθεί. Όσο προχωρούν οι καιροί, τόσο περισσότερο η γνώση θα κατατεμαχίζεται. Εκείνο λοιπόν που χρειάζεται δεν είναι να την επιτιμούμε, αλλά να προσπαθούμε να την τοποθετήσουμε στον κανονικό χώρο, ώστε να μην αποσκεπάζει ολόκληρο τον άνθρωπο και ν' αφήνει κάποια περιθώρια καθολικότερης δραστηριότητας. Με τον όρο «περιθώρια» δεν εννοώ, φυσικά, την πάρεργη απασχόληση, αυτό που ονομάζει η εποχή μας «χόμπυ». Η πάρεργη απασχόληση σε μια μορφή τέχνης, ας θυμηθούμε τον Αϊνστάιν και το βιολί του, ή σ' ένα άθλημα δεν είναι αυτό που ζητεί η κοινή συνείδηση από το σύγχρονο ειδικό. Ένα «χόμπυ» είναι πολύ συνηθισμένη υπόθεση. Εδώ πρόκειται για κάτι ουσιαστικότερο: για μια μετακίνηση, για μια συμπλήρωση του κοσμοειδώλου που έχει συλλάβει ο ειδικός. Όταν το κοσμοείδωλο ευρυνθεί, και τα σύγχρονα προβλήματα θ' αντιμετωπισθούν γενναιότερα και αποτελεσματικότερα. Και θα επιτευχθεί το μεγάλο όνειρο της γενιάς μας: ο εξανθρωπισμός της επιστήμης. Και θα κατανοηθεί βαθύτερα, πόσο τα πάντα είναι ανωφέλευτα, αν δεν τα κατευθύνει η στοργή προς τον άνθρωπο. Ένας ειδικός αφιλοσόφητος, ανιστόρητος, ανίκανος να γευθεί τις εξαίσιες απολαύσεις της υψηλής καλλιτεχνικής δημιουργίας, ένας επαγγελματίας ειδικός, ακόμη και αν είναι από τη φύση του ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου, μεταμορφώνεται πολύ εύκολα σε πρόσωπο περιορισμένης ευθύνης, σ' ένα εργαλείο χρήσιμο στη μια περίσταση και βλαβερό, όχι άχρηστο μόνο, σε όλες τις άλλες περιστάσεις. Η μονομέρεια είναι μια αρρώστια κ' ένας κίνδυνος –και θανάσιμος κίνδυνος.

4.      Αλλά προβλέπω την αντιπαρατήρηση: «Είναι τόσες οι απαιτήσεις της εξειδίκευσης, ώστε δεν απομένει διαθέσιμος χρόνος». Αυτό θα μπορούσε να είναι βάσιμο μόνο στην περίπτωση του μεγαλοφυούς που βιδώνεται νυχτοήμερα στο ερευνητικό του εργαστήριο, αλλοτριωμένος από κάθε άλλη απασχόληση, κάθε χαρά της ζωής, κάθε, τόσο ανθρώπινη, επιτέλους, απόδραση, για να προσφέρει μέγιστες υπηρεσίες στην ανθρωπότητα. Τι να ζητήσει κανείς από αυτό το ιερό τέρας; Θα του επιτρέψει και ανιστόρητο και αφιλοσόφητο και αγεωγράφητο να είναι, προκειμένου να ευοδωθεί ο μεγάλος σκοπός, ν' απαλλαγούν οι άνθρωποι από μιαν αρρώστια ή να επιτύχουν μια φαντασμαγορική άνοδο του πολιτισμικού επιπέδου των. Όταν μιλούμε για τον ειδικό, δεν εννοούμε τις εξαιρέσεις που συμβαίνει πολύ συχνά να μας ξαφνιάζουν και με την όλη πνευματική τους προσωπικότητα. Εννοούμε το μέσο όρο, την καθημερινή παρουσία, αυτή την επιστήμη και την τεχνολογία της κάθε στιγμής. Εννοούμε κυριότατα ένα γενικό τρόπο συμπεριφοράς προς τις καθολικές και αναντικατάστατες αξίες της πνευματικής ζωής. Εννοούμε αυτή την περιφρόνηση που κάθε μέρα και γοργότερα απλώνεται προς κάθε τι που δεν είναι το άμεσο έργο, το τυπικό επάγγελμα και η υλική του απόδοση. Την αυταρέσκεια των πρακτικών ανθρώπων και την αυτεπάρκεια, τη βδελυρή χρησιμοποίηση του διαθέσιμου χρόνου, αυτή την ασυλλόγιστη σπατάλη που φτωχαίνει και αδειάζει τις ψυχές, που στερφεύει1 τα πνεύματα.

5.      Το ουσιωδέστερο είναι να μην παύουμε να συλλογιζόμαστε τον άνθρωπο. Ο κόσμος μας, είπε στα 1955 ο Οππενχάιμερ,2 είναι «ένας κόσμος όπου ο καθένας μας, γνωρίζοντας τα όριά του –τον κίνδυνο να είναι επιπόλαιος και τον πειρασμό να είναι κουρασμένος– πρέπει ν' αρπαχθεί από ό,τι τον περιβάλλει, από ό,τι γνωρίζει, από ό,τι μπορεί να κάμει, από τους φίλους του, από την αγάπη του, γιατί αλλιώς θα χαθεί μέσα στην παγκόσμια σύγχυση και δεν θα ξέρει πια τίποτε και δεν θ' αγαπά πια τίποτε».

1 στερφεύει: στειρώνει

2 Ρόμπερτ Οππενχάιμερ (Robert Oppenheimer): Αμερικανός φυσικός, επικεφαλής της ομάδας που δημιούργησε για πρώτη φορά ατομική βόμβα στις Η.Π.Α., αυτή που χρησιμοποιήθηκε στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι

 Πηγή: Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Ο σύγχρονος άνθρωπος, Αθήνα: Εκδόσεις των Φίλων 2014.

 

Κείμενο 2: Ευάγγελος Παπανούτσος - Εργασία και επάγγελμα (απόσπασμα)


Ο Ευάγγελος Παπανούτσος (1900-1982) ήταν σημαντικός Έλληνας παιδαγωγός, φιλόσοφος, θεολόγος και δοκιμιογράφος, ο οποίος συνέβαλε στην αναμόρφωση της ελληνικής εκπαιδευτικής πραγματικότητας,  μέσω της καθιέρωσης της δημοτικής γλώσσας  και τον  διαχωρισμό της Μέσης Εκπαίδευσης στις βαθμίδες Γυμνασίου και Λυκείου.

1.      Ο αληθινός επαγγελματίας δεν είναι εκείνος που δουλεύει για το μεροκάματο ή για την προαγωγή και τη σύνταξη, ούτε εκείνος που βασανίζεται στη δουλειά του για την τιμή των όπλων –όπως λέμε– ή για την προσωπική του ικανοποίηση, αλλά αυτός που ξέρει ότι με το έργο του συνεισφέρει στην υγεία, στην ευστάθεια, στην πρόοδο του κοινωνικού συνόλου. Ούτε η επιδίωξη του κέρδους ούτε η όρεξη της δουλειάς ως δουλειάς λείπουν από τον γνήσιο επαγγελματία. Δεν αρκούν όμως για να του δώσομε τον πλήρη χαρακτηρισμό που τον προσδιορίζει. Χρειάζεται να προστεθεί στην έννοια και ένα άλλο γνώρισμα: η επίγνωση ότι με αυτό που κάνει, με τη γνώση, τη δεξιότητα, το μόχθο του, τελεσιουργείται ένα έργο κοινωνικής σημασίας. Γι' αυτό θα έλεγα, συνοψίζοντας όλα όσα προηγήθηκαν, ότι στο επάγγελμα και δια του επαγγέλματος το άτομο πραγματοποιεί την κοινωνική του αποστολή, και αντίστροφα: στα επαγγέλματα και δια των επαγγελμάτων η κοινωνία εξατομικεύει το έργο της, το κατανέμει στα μέλη της. [...]

2.      Έχει παρατηρηθεί ότι όσο προχωρεί καλπάζοντας η τεχνολογική ανάπτυξη, τόσο ο τεχνίτης που δενότανε με τη δουλειά του, την έκανε από την αρχή ως το τέλος με όρεξη, τη χαιρότανε (μπορούσε να εργαστεί και λίγη ώρα παραπάνω, δεν λογάριαζε το χρόνο, γιατί έπρεπε να τελειώσει), εξαφανίζεται, και στη θέση του μπαίνει ένας άλλος τύπος εργαζόμενου ανθρώπου που έχει με το έργο μιαν εντελώς διαφορετική σχέση: δεν τον ενδιαφέρει το έργο ως έργο, γιατί ξέρει ότι σήμερα απασχολείται σ' αυτό, αλλ' αν η επιχείρηση δεν ευδοκιμήσει, ή αν ο εργοδότης ανακαλύψει ότι μπορεί να κάνει το ίδιο έργο με φτηνότερα χέρια, θα απολυθεί και θα αναγκαστεί να δουλέψει σε άλλο εργοστάσιο, όπου θα του ζητηθεί άλλου είδους δουλειά. Έτσι γίνεται η αποσύνδεση που έχει ως συνέπεια ο εργαζόμενος να μην αποκτά επαγγελματική συνείδηση, αφού βλέπει ότι δεν είναι απαραίτητος σε ορισμένο τύπο έργου, ούτε μπορεί να έχει κοινωνικήν αναγνώριση, ηθική καταξίωση η δουλειά του. Αποκλειστική του πια επιδίωξη γίνεται το μεροκάματο· ένα μεροκάματο μάλιστα που προσδιορίζεται από διάφορους άλλους όρους της αγοράς εργασίας, όχι από την ποιότητα, ούτε από την κοινωνική σημασία της δουλειάς του. Στο πλαίσιο τούτο δημιουργείται μια παράδοξη σχέση του εργαζόμενου προς την οικονομία, του πολίτη προς το κράτος. Το φαινόμενο το ονόμασε (κατά τον Fichte1 και τον Hegel2) ο Marx3 με μια πάρα πολύ εύστοχη λέξη: αλλοτρίωση (Entfremdung). «Αλλοτριώνεται», αποξενώνεται ο άνθρωπος από το έργο του. Το έργο και ο άνθρωπος δεν δένονται πια μαζί μέσα σ' ένα κλοιό οικειότητας. Έχουν ξεκολλήσει· συγχρόνως όμως ξεκολλάει και ψυχικά ο άνθρωπος από την κοινωνία. Η εργασία που άλλοτε ήταν υπόθεση ζωής, χαρά ζωής, γίνεται προϊόν που διατιμάται όπως όλα τα άλλα προϊόντα, σύμφωνα με το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης. Τώρα δεν χρειαζόμαστε αυτή τη δουλειά –την πληρώνομε φτηνά· αύριο θα τη χρειαζόμαστε– θα την πληρώσομε ακριβά.

 

3.      Όπως διαμορφώνεται η τιμή λ.χ. των λεμονιών στην αγορά: έπεσε χαλάζι και χάλασαν, ακριβαίνουν τα λεμόνια· ευνοήθηκαν οι λεμονιές από τον καιρό, παραγωγή μεγαλύτερη, φτηναίνουν τα λεμόνια... Έτσι γίνεται αλλότριος ο άνθρωπος προς το επάγγελμά του, αλλότριος ο εργαζόμενος προς την εργασία του, και επειδή η εργασία και το επάγγελμα είναι διαστάσεις της ατομικής και της συλλογικής ζωής, αποκολλιέται ο άνθρωπος από την κοινωνία. Και αρχίζει να εμφανίζεται και να πληθαίνει ένας τύπος εργαζόμενου ανθρώπου που δεν ανήκει ψυχικά ούτε στο επάγγελμά του, ούτε στην οικογένειά του, ούτε την πατρίδα του. Ένα ον χωρίς αγάπη, χωρίς δεσμούς, χωρίς ρίζες. Εύκολα μαντεύει κανείς τι τεράστια και περίπλοκα προβλήματα δημιουργούνται απ' αυτή την κατάσταση, ψυχολογικά και ηθικά. Από την ώρα που η εργασία χάνει τον βαθύτερο κοινωνικό προορισμό της και γίνεται εμπόρευμα, ο εργοδότης θεωρεί δικαίωμά του να προσπαθεί να την αγοράσει όσο γίνεται φθηνότερα. Μέσα στους υπολογισμούς του ο επιχειρηματίας λέγει: τόσα για πρώτες ύλες, τόσα για εγκαταστάσεις κτλ. και τόσα για να αγοράσω εργασία. Όλα μπαίνουν πια στην ίδια μοίρα: το υλικό, το εργαλείο και ο άνθρωπος...

4.      Με την εξέλιξη λοιπόν προς νέες μορφές παραγωγικής εργασίας, φοβούμαι ότι όχι μόνο δεν καταλύσαμε τον αρχαίο θεσμό της δουλείας, αλλά ιδρύσαμε νέες μορφές του μέσα στην «προχωρημένη» και εξαιτίας της «προχωρημένης» οικονομίας μας. Μορφές που είναι πολύ επικίνδυνες για την ηθική υγεία της κοινωνίας. Κατά τους διορατικότερους οικονομολόγους και κοινωνιολόγους μας, οι βαθειές οικονομικοπολιτικές κρίσεις της εποχής μας μιαν από τις κύριες αιτίες τους έχουν τούτο ακριβώς το γεγονός. [...]

1 Ιωάννης Γκόττλιμπ Φίχτε (Johann Gottlieb Fichte, 1772 – 1814): Γερμανός φιλόσοφος, μαθητής του Καντ

2  Γεώργιος Γουλιέλμος Φρειδερίκος Χέγκελ (George – Wilhelm – Friedrich Hegel, 1770 – 1831): Γερμανός φιλόσοφος, θεμελιωτής της σύγχρονης διαλεκτικής

3  Καρλ Μαρξ (Karl Marx, 1818 – 1883): Γερμανοεβραίος οικονομολόγος και φιλόσοφος, εισηγητής του διαλεκτικού υλισμού

 

Πηγή: Ε. Π. Παπανούτσος, Πρακτική Φιλοσοφία, Αθήνα: Νόηση 2011.

 

Κείμενο 3: Χρίστος Λάσκαρης -Θα κατεβαίνεις σκάλες

 


Η επιγραμματική ποίηση του Χρίστου Λάσκαρη (1931-2008), με αναγωγές στον Καβάφη και την Παλατινή Ανθολογία, φωτογραφίζει τον στατικό άνθρωπο των σύγχρονων μεγαλουπόλεων.


Θα κατεβαίνεις σκάλες,

κάθε πρωί θα κατεβαίνεις σκάλες.

σαν άγαλμα προς τη θυρίδα για το εισιτήριο θα προχωρείς

κι ύστερα στην ουρά

-πάντα σαν άγαλμα-

που μες στο μάρμαρό του ονειροπολεί,

θα στέκεις.

Στο τραμ

πιασμένος στη χειρολαβή θα ταλαντεύεσαι

με το κεφάλι μες στη λύπη κρεμασμένο.

Στον Πειραιά, η πρωινή ομίχλη θα σε πνίγει

και στο γραφείο οι συνάδελφοι.

Και θα ραγίζεις

και στα δυο η πέτρα σου θα σπα

καθώς απ' το παράθυρο στην προκυμαία θα κοιτάς

το πλοίο που ξεμάκρυνε-

σφυρίζοντας μες στην ψυχή σου.

 

Πηγή: Χρίστος Λάσκαρης, Ποιήματα, Θεσσαλονίκη, Τύρφη 2022.

 

 

Παρατηρήσεις:

Α1. Ποιες είναι οι συνέπειες της εργασιακής τυποποίησης, σύμφωνα με τον Ι. Μ. Παναγιωτόπουλο (Κείμενο 1);  Να συνοψίσετε την απάντησή σας σε μια παράγραφο 70-80 λέξεων.

                                                                                                                               Μονάδες 20

Β1. Να επιβεβαιώσετε ή να διαψεύσετε τους ακόλουθους ισχυρισμούς που αναφέρονται στα Κείμενα 1  και 2 και να αιτιολογήσετε την απάντησή σας με χωρία στο κείμενο.

α) Η εξειδίκευση των γιατρών σ’ έναν κλάδο της επιστήμης κρίνεται επιβεβλημένη σήμερα (Κείμενο 1).

β) Ο ειδικός σ’ έναν συγκεκριμένο κλάδο θα αποκτήσει καθολικότητα μέσα από την ενασχόληση μ’ ένα χόμπι  (Κείμενο 1).

γ) Ο συντάκτης καταφάσκει υπέρ της κοινωνικής διάστασης της εργασίας (Κείμενο 2).

δ) Η έκρηξη στον τομέα της τεχνολογίας δημιούργησε έναν άρρηκτο σύνδεσμο ανάμεσα στον εργαζόμενο και το παραγόμενο προϊόν (Κείμενο 2).

δ) Τα ημερομίσθια των εργαζομένων βρίσκονται σε συνάρτηση με τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης (Κείμενο 2).

                                                                                                                                  Μονάδες 10

Β2. α) Ποια είναι η πρόθεση του συντάκτη στην 3η παράγραφο του Κειμένου 2 (Μονάδες 4);  Να καταγράψετε έναν τρόπο ανάπτυξης, που αξιοποιεί ο συντάκτης στην ίδια παράγραφο. Πώς συνδέεται με τη στοχοθεσία του πομπού (Μονάδες 4);

                                                                                                                                    Μονάδες 8

β) Να επισημάνετε τρία χαρακτηριστικά επιστημονικού λόγου που αξιοποιούνται στη 2η παράγραφο του Κειμένου 1 (Μονάδες 3); Σε ποιο κειμενικό είδος εντάσσεται το Κείμενο 1. Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας σχολιάζοντας το περιεχόμενο, τη δομή και τη γλώσσα του εν λόγω κειμένου (Μονάδες 4).

                                                                                                                                   Μονάδες 7

Β3. α)  Κείμενο 2, §3-4: i) Να σχολιάσετε την επικοινωνιακή λειτουργία των ακόλουθων σημείων στίξης (διπλή τελεία, αποσιωπητικά, εισαγωγικά) στο ακόλουθο απόσπασμα:

Όλα μπαίνουν πια στην ίδια μοίρα: το υλικό, το εργαλείο και ο άνθρωπος... Με την εξέλιξη λοιπόν προς νέες μορφές παραγωγικής εργασίας, φοβούμαι ότι όχι μόνο δεν καταλύσαμε τον αρχαίο θεσμό της δουλείας, αλλά ιδρύσαμε νέες μορφές του μέσα στην «προχωρημένη» και εξαιτίας της «προχωρημένης» οικονομίας μας. (Μονάδες 3)

 

ii) Να καταγράψετε ένα πολυσύνδετο σχήμα που αξιοποιεί ο συντάκτης στην 3η παράγραφο του Κειμένου 2 και να σχολιάσετε την επικοινωνιακή του λειτουργία. (Μονάδες 2)

                                                                                                                                 Μονάδες 5

β) Κείμενο 1, §3: Ποιο είδος σύνταξης αξιοποιείται απ’ τον συντάκτη (Μονάδα 1) στο ακόλουθο απόσπασμα: «Όταν το κοσμοείδωλο ευρυνθεί, και τα σύγχρονα προβλήματα θ' αντιμετωπισθούν γενναιότερα και αποτελεσματικότερα. Και θα επιτευχθεί το μεγάλο όνειρο της γενιάς μας: ο εξανθρωπισμός της επιστήμης.»; Να αναδιατυπωθεί το χωρίο, αξιοποιώντας το αντίθετο είδος σύνταξης και το α΄ πληθυντικό πρόσωπο (Μονάδες 2). Ποιες αλλαγές ως προς το ύφος παρατηρείτε (Μονάδες 2);

                                                                                                                                Μονάδες 5

Γ1. Ποιο είναι το βασικό θέμα που θίγει το ποίημα του Χρίστου Λάσκαρη, σύμφωνα με την κρίση σας; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας, παραθέτοντας τρεις κειμενικούς δείκτες. Θεωρείτε εύστοχη την παρομοίωση του κεντρικού ήρωα του ποιήματος με άγαλμα; (150-200 λέξεις)

                                                                                                                               Μονάδες 15

Δ1. Σ’ ένα άρθρο σας (350-400 λέξεις), που θα δημοσιευτεί στην ιστοσελίδα του σχολείου σας, καλείστε να απαντήσετε τα ακόλουθα ερωτήματα, αξιοποιώντας δημιουργικά τα κείμενα αναφοράς:

α) Με ποιον τρόπο η εργασιακή τυποποίηση μετατρέπει τον άνθρωπο από σφαιρικό ον σε εξειδικευμένο εργαλείο;

β) Ποια κατεύθυνση πρέπει να ακολουθηθεί, για να αποτραπούν οι αρνητικές συνέπειες της τυποποίησης;

                                                                                                                              Μονάδες 30

Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2024

Γ΄ Λυκείου-Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία: Κριτήριο Αξιολόγησης (Φανατισμός)

 

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ:

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΣ

Κείμενο 1: Νορμπέρτο Μπόμπιο - Ορίζοντας τον φανατισμό


Ο Νορμπέρτο Μπόμπιο (1909-2004) ήταν Ιταλός φιλόσοφος, πολιτειολόγος και πολιτικός.


1. Ως φανατισμό εννοούμε την τυφλή υπακοή σε μιαν ιδέα, την οποία υπηρετούμε με πεισματικό ζήλο, ως το σημείο να ασκούμε βία για να υποχρεώσουμε άλλους να την ακολουθούν και να τιμωρούμε όποιον δεν είναι διατεθειμένος να την ενστερνιστεί. Στην έννοια του φανατισμού υπονοείται ότι η ιδέα στην οποία είναι αφοσιωμένος ο φανατικός είναι μια ιδέα εσφαλμένη και επικίνδυνη, που δεν αξίζει να την ενστερνίζεται κανείς με τόση επιμονή. Σε τούτο ο φανατισμός αντιτίθεται στον ενθουσιασμό: ενθουσιώδης είναι ο οπαδός μιας ιδέας ευγενικής, μεγαλόψυχης ή φιλάνθρωπης. Συνέπειες μιας φανατικής στάσης και νοοτροπίας είναι η μισαλλοδοξία για τις ιδέες των άλλων και ένα πνεύμα μανιώδους προσηλυτισμού που δεν αποφεύγει τα βίαια ή και απάνθρωπα μέσα.

2. Ο φανατισμός συνδέεται γενικά με το δογματισμό, δηλαδή με την πίστη σε μιαν αλήθεια ή σε ένα σύστημα αληθειών, που από τη στιγμή που θα τις αποδεχθούμε δεν πρέπει πλέον να τίθενται υπό αμφισβήτηση και που αρνούνται τη συζήτηση με άλλες. Σε μια κοινωνία στην οποία μια ομάδα φανατικών παίρνει το προβάδισμα, γεννιέται ως αντίδραση και διαδίδεται το πνεύμα του κομφορμισμού.

3. Ο κομφορμισμός απαντάει στον πεισματικό ζήλο του φανατικού με τον δειλό ζήλο εκείνου που δεν θέλει να διατρέξει τον κίνδυνο να καταδιωχθεί για τις ιδέες του, με την υποτακτική και δουλική αποδοχή των αληθειών των άλλων, αν και στο βάθος δεν τις πιστεύει. Ο εχθρός και των δύο είναι το κριτικό πνεύμα, η χρήση του λόγου που ενισχύεται από την εμπειρία. Το κριτικό πνεύμα εναντίον της έξαψης των φανατικών διδάσκει την αίσθηση του ορίου και την αρετή της ανεκτικότητας και εναντίον της υποταγής των κομφορμιστών υποκινεί την αμφιβολία και μας μαθαίνει να σκεφτόμαστε με το δικό μας μυαλό, δρώντας άλλοτε σαν φραγμός και άλλοτε σαν κέντρισμα.

4. Όπως στο φανατισμό αντιπαρατίθεται, για το καλό, η ανεκτικότητα, έτσι του αντιπαρατίθεται, για το κακό, ο κυνισμός (με τη συνήθη και όχι με τη φιλοσοφική έννοια του όρου). Ο φανατικός πιστεύει με ακραίο τρόπο σε μία μόνον ιδέα. Ο κυνικός δεν πιστεύει σε καμιά, αλλά είναι διατεθειμένος να επωφεληθεί από όλες ανάλογα με το όφελος που θα αποκομίσει.

5.  Το νόημα που σήμερα δίνουμε στη λέξη φανατισμός και όλα όσα κατανοούμε με αυτήν την έννοια συνδέονται στενά με την πολεμική των φιλοσόφων του Διαφωτισμού. Η λέξη φανατισμός έχει στη γλώσσα τους ένα ευρύτατο νόημα: υποδεικνύει όλα όσα αυτοί καταπολεμούν και θα ήθελαν να δουν να χάνονται από τον κόσμο για την ευτυχία του ατόμου και την πρόοδο της ανθρωπότητας, δηλαδή τη θρησκευτική δεισιδαιμονία και τις ολέθριες συνέπειές της, τους πολέμους, τις διώξεις, τα μαρτύρια της πυράς.

6. Αν θα θέλαμε να εκφράσουμε με μια διατύπωση το συνολικό νόημα της μάχης του Διαφωτισμού, δεν θα μπορούσαμε να την ορίσουμε καλύτερα παρά ως την πιο εκτεταμένη και λαϊκή διανοητική μάχη εναντίον του φανατισμού που διεξήχθη ποτέ (...).

7. Η διαφορά ανάμεσα στους Διαφωτιστές, οι οποίοι έβγαιναν από δυο αιώνες θρησκευτικών πολέμων, και σε μας έγκειται στο ότι ο φανατισμός στον οποίο αυτοί επιτέθηκαν ήταν σχεδόν αποκλειστικά θρησκευτικός, ενώ εκείνος του οποίου την εμπειρία έχουμε σήμερα είναι σχεδόν αποκλειστικά πολιτικός. Τα ιστορικά πρόσωπα που ενσάρκωναν το φανατισμό ήταν ένας Τορκεμάδα, ένας Καλβίνος, έτσι όπως είναι για μας οι διάφοροι Γκέμπελς των ολοκληρωτικών καθεστώτων.

 8. Η άλλη βαθύτερη διαφορά ανάμεσα σε μας και στους φιλοσόφους του Διαφωτισμού αναφέρεται στις αιτίες και στις θεραπείες. Εκείνοι έβλεπαν στην άγνοια του απλού λαού (που την εκμεταλλεύονταν οι πονηροί) τη μεγαλύτερη αιτία της πρόληψης που γεννούσε τα φαινόμενα του ατομικού και συλλογικού φανατισμού. Και ανάγοντας το πρόβλημα σε μια πάλη του φωτός του λόγου ενάντια στα σκοτάδια της προκατάληψης, δεν έβλεπαν άλλη θεραπεία παρά μόνο τη διάδοση μιας γνώσης βασιζόμενης στο λόγο και στην εμπειρία. Εμείς, έπειτα από την πιο τρομερή έκρηξη συλλογικού φανατισμού που υπήρξε ποτέ, το ναζισμό, είμαστε λιγότερο βέβαιοι για τις αιτίες και λιγότερο ήσυχοι σχετικά με τις θεραπείες.

9.  Η ιστορική εμπειρία μάς έχει διδάξει ότι οι κοινωνίες οι πιο αμόλυντες από το φανατισμό είναι εκείνες στις οποίες η διανοητική και πολιτική εκπαίδευση τείνει όλο και περισσότερο να βασίζεται στην ελεύθερη συζήτηση των ιδεών μάλλον και όχι στη διδασκαλία ήδη καθορισμένων συστημάτων αλήθειας, και των οποίων το καθεστώς εμπνέεται από την αρχή της πολλαπλότητας των δρόμων πρόσβασης στην αλήθεια και επομένως από την άρνηση μιας κρατικής φιλοσοφίας ή ιδεολογίας που θα είναι άλλη από εκείνη της ειρηνικής συνύπαρξης όλων των φιλοσοφιών ή ιδεολογιών.

(λήμμα «Φανατισμός» στο: Norberto Bobbio, Nicola Matteucci, Gianfranco Pasquino, Il Dizionario di Politica, (UTET, 2004).

Πηγή: Θανάσης Γιαλκέτσης, «Νορμπέρτο Μπόμπιο - Ορίζοντας τον φανατισμό», Στήλη «Σημειωματάριο Ιδεών», Ένθετο «Επτά», εφημερίδα Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 04/09/2011.

 

Κείμενο 2: Άμος Οζ- Κατά του φανατισμού (διασκευή)


Ο Άμος Οζ (1939-2018) ήταν Ισραηλινός μυθιστοριογράφος και δοκιμιογράφος, ο οποίος κινητοποιήθηκε για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή, υποστηρίζοντας τη δημιουργία δύο κρατών στην Παλαιστίνη. Το δοκίμιο Κατά του Φανατισμού απαρτίζεται από τρία κείμενα με κοινή θεματική.


1.      Ο φανατισμός βρίσκεται παντού. ∆εν εννοώ τις ολοφάνερες εκδηλώσεις φονταμενταλισμού και φανατισμού. ∆εν αναφέροµαι µόνο σ’ αυτούς τους ολοφάνερους φανατικούς, αυτούς που βλέπουμε στην τηλεόραση, σε µέρη όπου υστερικά πλήθη κουνούν τις γροθιές τους ενάντια στις κάμερες ενώ κραυγάζουν συνθήματα σε γλώσσες που δεν καταλαβαίνουμε. Όχι, ο φανατισμός είναι σχεδόν παντού, και οι λιγότερο θορυβώδεις, πιο πολιτισμένες μορφές του βρίσκονται παντού γύρω µας και ίσως είναι µέσα µας. Γνωρίζω καλά αντικαπνιστές που είναι έτοιμοι να σας κάψουν ζωντανούς γιατί ανάψατε τσιγάρο κοντά τους! Γνωρίζω καλά χορτοφάγους που θα σας φάνε ζωντανούς γιατί φάγατε κρέας!

 

2.      ∆ε λέω βέβαια ότι όποιος ή όποια υψώσει τη φωνή του ή τη φωνή της ενάντια σε κάτι είναι φανατικός ή φανατική. Και βέβαια δεν υποστηρίζω ότι όλοι όσοι έχουν απόψεις είναι φανατικοί. Εκείνο που λέω είναι ότι ο σπόρος του φανατισμού βρίσκεται πάντα στην αδιάλλακτη αίσθηση του δικαίου, τη μάστιγα πολλών αιώνων. Βέβαια, υπάρχουν διαβαθμίσεις του κακού. Ένας οικολόγος ακτιβιστής για θέματα προστασίας του περιβάλλοντος μπορεί να είναι αδιάλλακτα ορθός, αλλά δεν μπορεί να προκαλέσει μεγάλο κακό, συγκρινόμενος, για παράδειγμα, µε κάποιον που ασκεί εθνοκάθαρση ή έναν τρομοκράτη. Παράλληλα θα ανακαλύψετε ότι πολύ συχνά οι φανατικοί είναι αφάνταστα συναισθηματικοί: συχνά προτιμούν να αισθάνονται αντί να σκέφτονται και τρέφουν ιδιαίτερο θαυμασμό για το δικό τους θάνατο. Απεχθάνονται τούτο τον κόσμο και δε βλέπουν την ώρα να τον ανταλλάξουν µε τον «παράδεισο». Ο δικός τους παράδεισος, ωστόσο, συνήθως νοείται ως αιώνια ευτυχία στο τέλος μιας κακής ταινίας. […]

3.      Συμμόρφωση και ομοιομορφία, ανάγκη ένταξης και επιθυμία να εντάξουν και άλλους, αυτές μπορεί να είναι οι πιο διαδεδομένες, αν όχι οι πιο επικίνδυνες μορφές φανατισμού. […] Πράγματι, αφού σημείωσα ότι η συμμόρφωση και η ομοιογένεια αποτελούν ήπιες αλλά διαδεδομένες μορφές φανατισμού, πρέπει να προσθέσω ότι πολύ συχνά η προσωπολατρία, η εξιδανίκευση πολιτικών ή θρησκευτικών ηγετών, η λατρεία λαμπερών ατόμων μπορεί να είναι άλλη μια διαδεδομένη µορφή φανατισμού. Ο 20ος αιώνας φαίνεται ότι διέπρεψε και στις δύο μορφές. Ολοκληρωτικά καθεστώτα, φονικές ιδεολογίες, επιθετικός σοβινισμός, βίαιες μορφές θρησκευτικού φονταμενταλισμού από τη µία πλευρά και παγκόσμια εξιδανίκευση μίας Μαντόνα ή ενός Μαραντόνα από την άλλη. […]


4.      Η ουσία του φανατισμού έγκειται στην επιθυμία εξαναγκασμού του άλλου να αλλάξει. Στην κοινή τάση βελτίωσης του γείτονά σας, ή της διόρθωσης του συζύγου σας, ή του ελέγχου του παιδιού σας, ή της καλυτέρευσης του αδελφού σας αντί να τους αφήσετε στην ησυχία τους. Ο φανατικός είναι κατά βάση ανιδιοτελές άτομο. Είναι μεγάλος αλτρουιστής. Συχνά δείχνει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για εσάς παρά για τον ίδιο του τον εαυτό. Θέλει να σώσει την ψυχή σας, θέλει να σας λυτρώσει, θέλει να σας απελευθερώσει από τα αμαρτήματά σας, από τα λάθη, από το κάπνισμα, από την πίστη σας ή από την απιστία σας, θέλει να βελτιώσει τις διατροφικές σας συνήθειες ή να σας γιατρέψει από το ποτό ή από τις εκλογικές σας συνήθειες. Ο φανατικός ενδιαφέρεται πάρα πολύ για εσάς, είτε θέλει να σας σφίξει το λαιμό γιατί σας αγαπά πραγματικά, είτε θέλει να σας κόψει το λαιμό αν αποδειχθεί ότι είστε χαµένη περίπτωση. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, ο φανατικός ενδιαφέρεται περισσότερο για εσάς από ό,τι για τον εαυτό του, για τον απλούστατο λόγο ότι ο φανατικός δεν είναι καθόλου ή είναι ελάχιστα εγωιστής. […]


5.      Προσεκτικά, χωρίς μεγαλοστομίες, πιστεύω ότι η φαντασία μπορεί να χρησιμεύσει ως περιορισμένης έκτασης αντίδοτο έναντι του φανατισμού. Πιστεύω ότι ένα άτομο που μπορεί να φανταστεί τι συνεπάγονται οι ιδέες του ή οι ιδέες της, ένα τέτοιο άτομο μπορεί να γίνει λιγότερο φανατικό – γεγονός που αποτελεί μικρή βελτίωση. Θα ήθελα να μπορούσα να σας πω στο σημείο αυτό ότι η λογοτεχνία είναι μια απάντηση, γιατί η λογοτεχνία περιέχει το αντίδοτο στο φανατισμό, καθώς προσφέρει στους αναγνώστες της φαντασία. […]


6.      Τελικά, αν δεν μπορούμε να κατατροπώσουμε το φανατισμό, ίσως μπορούμε τουλάχιστον κάπως να τον αναχαιτίσουμε. Η ικανότητα να αυτοσαρκαζόμαστε αποτελεί εν μέρει θεραπεία – η ικανότητα να βλέπουμε τους εαυτούς µας όπως µας βλέπουν οι άλλοι είναι ένα άλλο φάρμακο. Η ικανότητα επιβίωσης σε καταστάσεις άγνωστης έκβασης, ακόμη και η εκμάθηση του τρόπου απόλαυσης τέτοιων καταστάσεων µμπορεί επίσης να βοηθήσει. ∆εν κηρύσσω πλήρη ηθικό σχετικισμό – σίγουρα όχι. Προσπαθώ να ενισχύσω την ανάγκη να φανταστεί ο ένας τον άλλον. Να φανταστεί ο ένας τον άλλον όταν καβγαδίζουμε, να φανταστεί ο ένας τον άλλον όταν παραπονιόμαστε, να φανταστεί ο ένας τον άλλον ακριβώς τη στιγµή που αισθανόμαστε ότι έχουμε απόλυτο δίκιο.

Πηγή: Άµος Οζ, Κατά του φανατισμού: Τρία κείμενα που αντιδρούν στην Παγκόσμια Ρητορεία, μετάφραση: Ελένη Τσερεζόλε, Πρόλογος: Ναντίν Γκόρντιμερ, Αθήνα Καστανιώτης 2005.

Κείμενο 3: Μ. Καραγάτσης – Το  κουτί της Πανδώρας (απόσπασμα)


Ο Μ. Καραγάτσης (φιλολογικό ψευδώνυμο του Δημητρίου Ροδόπουλου 1908-1960) ήταν μείζων πεζογράφος της Γενιάς του ΄30 με ιδιαίτερη μυθοπλαστική δύναμη. Το διήγημα «Το Κουτί της Πανδώρας» αναφέρεται στον Εθνικό Διχασμό (1915-1922), την  πολιτική κρίση που ξέσπασε στην Ελλάδα, λόγω της διάστασης των απόψεων του βασιλέα Κωνσταντίνου και του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου, σχετικά με τη στάση που έπρεπε να κρατήσει η χώρα, κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου (1914-1918).

Μόλις είχαν αρχίσει τότε τα πάθη, που κάμποσα χρόνια διαίρεσαν τον τόπο μας σε δύο στρατόπεδα. Ήμουν πολύ μικρός. Τα πολιτικά γεγονότα της εποχής μου τα σκεπάζει μια πυκνή ομίχλη μέσα μου. Το μόνο που θυμάμαι ήταν ότι είχαν γίνει εκλογές. Λεπτομέρειες μη μου ζητάτε. Δεν είμαι σε θέση να σας δώσω. Θυμάμαι μόνον ότι ήταν χειμώνας και ότι πήγαινα στο σχολείο, όπου με κρατούσαν σε διαρκή γοητεία τα μεγάλα μάτια και το αχνό πρόσωπο της κυρίας Νίτσας. […]

[…] Αν πιστεύαμε τυφλά τις διδαχές της μητέρας μου, η πολιτική ήταν το κουτί της Πανδώρας, ένα κουτί που μόνο τη φήμη του ήξερα, μα που το περιεχόμενό του ήταν ασαφές και προβληματικό. Και νά που μια μέρα, την επομένη Δευτέρα των εκλογών, το καπάκι άνοιξε, και τα κακά της πολιτικής φτερούγισαν μπρος στα μάτια μου, σαν μαύρα καλικαντζαράκια.

Η σκηνή στο σχολείο, στο διάλειμμα. Την πελώρια αυλή, τη φωτίζει ένας ήλιος παγωμένος. Οι αδύνατες γαμπίτσες των παιδιών παίρνουν τόνους μελιτζανιούς και κάτω από τις μυτίτσες κρέμεται ένα διάφανο διαμάντι.

Μέσα στο γραφείο οι «κυρίες», καθισμένες γύρω στη σόμπα, ακούν την κυρία διευθύντρια που διαβάζει στην εφημερίδα τα πρώτα αποτελέσματα. Από το ισόγειο παράθυρο βλέπω τις εξημμένες από φόβο και περιέργεια φυσιογνωμίες τους.

Το κρύο μάς περουνιάζει. Τα γυμνά γόνατά μου χτυπιούνται μ’ ένα κρότο κούφιων ξύλων. Μόνον ένα γερό τρέξιμο πάνω στην παγωμένη λάσπη μπορεί να μας δώσει μια ζωογονητική θερμότητα. Ρίχνω μιαν ανεύθυνη ιδέα.

— Παιδιά! Παίζουμε τους κλέφτες και τους χωροφύλακες;

Όλη η αυλή αντήχησε από χαρούμενες φωνές.

— Ναι, ναι, μπράβο Γιαννάκη, τους κλέφτες και τους χωροφύλακες. Εγώ θα γίνω χωροφύλακας! Εγώ κλέφτης! Εγώ αστυνόμος!

Είναι γνωστό, ότι η αναρχία είναι ένα από τα πιο μεγάλα κακά. Και καθώς βλέπετε μια φοβερή αναρχία απειλούσε το παιδικό μας παιχνίδι. Η διαίρεση και η διοργάνωση της ομοιογενούς αυτής δύναμης σε δύο στρατόπεδα αντίθετα δεν ήταν και πολύ εύκολο πράμα. Μόνο μια λύση υπήρχε. Ο από μηχανής Θεός, ο άνθρωπος της επιβολής, που παίρνοντας την αρχηγία των κλεφτών, χωρίς άλλο από προγονική κληρονομικότητα της λατρείας της ελευθερίας και περιφρόνηση στην ένοπλο δύναμη, θα διόριζε τον εντεταλμένο στην καταδίωξη αστυνόμο, παίρνοντας έτσι την ανώτερη αρχηγία και εποπτεία του παιχνιδιού.

Και ο άνθρωπος της πυγμής παρουσιάστηκε. Είναι ο νταής του σχολείου, ένας από τους μεγάλους της τετάρτης, μαύρος και άσκημος, που ακούει στα ονόματα Καραμπόλας, Μούμια, Στοκοφίσι και Ιππώνεια, το τελευταίο γιατί στο παιχνίδι «άλογο και καβαλάρης», αυτός διόριζε τ’ άλογα.

Μπήκε στη μέση και με μια κίνηση γιομάτη περιφρονητική μεγαλοπρέπεια επέβαλε την τάξη.

— Σκασμός, μυξιάρικα! Εγώ είμαι αρχιλήσταρχος!

Αφού με πραξικόπημα πήρε την αρχή, άρχισε να μοιράζει αξιώματα. Και πρώτα σκέφτηκε για το πρόσωπο του άξιου εχθρού του.

— Εσύ Γιαννάκη θα είσαι αστυνόμαρχος. Ο Γκαμήλας χωροφύλακας, ο Παπαδόπουλος ενωμοτάρχης. Για πρωτοπαλίκαρο παίρνω τον Πίπη...

Όλοι γυρίσαμε να ιδούμε τον εκλεχτό υπασπιστή του Αρχηγού. Μα ο Πίπης με τα χέρια στις τσέπες του πανταλονιού και τα πόδια ανοιγμένα κοιτούσε τον Καραμπόλα με ένα ύφος γιομάτο ειρωνεία και αυθάδεια.

— Ρε Ιππώνεια, μπας και νόμισες, πως εγώ ο γιος του συνταγματάρχη Τριαστέρη θα καταδεχτώ να γίνω πρωτοπαλίκαρο ενός Βασιλικού σαν και σένα. Άι στο διάολο ρε!

Και γυρίζοντας κατά το μέρος μας επρόσθεσε με άφατη αυτοπεποίθηση.

— Εγώ είμαι αρχιλήσταρχος, που είμαι και Βενιζελικός!

Ιερή οργή τάραξε από πάνω ίσαμε κάτω τον Καραμπόλα, ενώ εμείς άβουλο ποίμνιο περιμέναμε με αγωνία την εξέλιξη των γεγονότων.

— Ρε πουλημένε, που τολμάς και βάζεις στο στόμα σου τον βασιλιά, πέρνα από τον μαχαλά σαν σου βαστάει ρε, να γυρίσεις μπλε μαρέν στο ξύλο...

Και γυρίζοντας κατά το ακροατήριο, επιβεβαίωσε τη στερεότητα της θέσης του.

— Εγώ είμαι αρχιλήσταρχος!

Αλίμονο, όμως! Ο όχλος είναι άβουλος, και μόνον ένας ηρωισμός, μια αυτοθυσία, μπορεί να τον παρασύρει, κατά μιαν άποψη. Ο Καραμπόλας πρώτος κατάλαβε την ψυχολογία μας και έβαλε σ’ ενέργεια τα μεγάλα μέσα.

— Ο Βενιζέλος είναι γυαλάκιας.

Η μεγάλη ύβρις αντήχησε στον παγωμένο αέρα. Ο Πίπης ωχρίασε και χωρίς ν’ απαντήσει ρίχτηκε με γροθιές μπροστά στον Καραμπόλα, και οι δυο κυλίστηκαν στο χώμα, ενώ ο αχάριστος όχλος βλέποντας τους αρχηγούς να μαλλιοτραβιούνται ξέσπασε σε φωνές κανιβαλικής χαράς.

Το βράδυ, όπως πάντα η μητέρα, καθισμένη κοντά στο παράθυρο κεντούσε. Το έντονο προφίλ της ζωγραφιζόταν αδρά ανάμεσα στις σκοτεινές κουρτίνες. Μπήκα στην κάμαρα με σοβαρότητα και επιβολή. Ένιωθα πως ήμουν πιο μεγάλος, πιο πολύς. Ένα καινούριο φορτίο, ένα βάρος γνώσης, μου ’δινε μια μεγάλην ιδέα για τον εαυτό μου και άμετρο πεσιμισμό για τον κόσμο και τη ζωή.

 

Πηγή: Μ. Καραγάτσης, Νεανικά διηγήματα. Εισαγωγή και φιλολογική επιμέλεια: Βαγγέλης Αθανασόπουλος. Πρόλογος: Στρατής Πασχάλης. 2η έκδ. Αθήνα: Εστία [1993] 2002.

 

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ:

Α1.  Σε μια παράγραφο 70-80 λέξεων να αναφερθείτε στη σχέση του φανατικού με τον κοινωνικό του περίγυρο, σύμφωνα με το Κείμενο 2.

                                                                                                          Μονάδες 20

Β1. Αφού διαβάσετε προσεκτικά το Κείμενο 1, να συμπληρώσετε τα κενά:

α) § 1: Αντώνυμο της λέξης απορρίπτω είναι η λέξη  ____________ (να γραφεί στο α΄ ενικό οριστικής ενεστώτα).

β) §3: Ένας _____________ αποδέχεται αλήθειες, τις οποίες ενδόμυχα δεν πιστεύει.

γ) §3: Συνώνυμο της λέξης εμπόδιο είναι η λέξη ________ .

δ) §4: Ένας _________ διαπνέεται από χρησιμοθηρία.

ε)  §7: Οι Διαφωτιστές φιλόσοφοι αντιτάχθηκαν στη ________________ διάσταση του φανατισμού.

                                                                                                           Μονάδες 10

 

Β2. α) Σε μία παράγραφο 70-80 λέξεων να αναλύσετε το ακόλουθο χωρίο του Κειμένου 1:

Το κριτικό πνεύμα εναντίον της έξαψης των φανατικών διδάσκει την αίσθηση του ορίου και την αρετή της ανεκτικότητας.

                                                                                                          Μονάδες 8

β) Κείμενο 2, §4:  i) Να επισημάνετε ένα πολυσύνδετο σχήμα (Μονάδες 1) και να σχολιάσετε την επικοινωνιακή του λειτουργία (Μονάδες 3). ii) Πώς δικαιολογείται η χρήση του β΄ πληθυντικού προσώπου (Μονάδες 3); Κείμενο 2, §5: iii) Ο συντάκτης χαρακτηρίζεται από διαλλακτικότητα. Να επισημάνετε δύο χωρία που αποδεικνύουν τον ανωτέρω χαρακτηρισμό (Μονάδες 3).

                                                                                                            Μονάδες 10

Β3. α) Κείμενο 1, §9: Η ιστορική εμπειρία μάς έχει διδάξει ότι οι κοινωνίες οι πιο αμόλυντες από το φανατισμό είναι εκείνες στις οποίες η διανοητική και πολιτική εκπαίδευση τείνει όλο και περισσότερο να βασίζεται στην ελεύθερη συζήτηση των ιδεών.  i) Για ποιους λόγους έχει επιλεγεί η ενεργητική σύνταξη (Μονάδες 3); Να αναδιατυπώσετε το ανωτέρω χωρίο, αξιοποιώντας το αντίθετο είδος και αντικαθιστώντας τη λέξη, όπου αξιοποιείται η συνυποδηλωτική χρήση της γλώσσας, με μια άλλη, όπου αξιοποιείται η δηλωτική λειτουργία (Μονάδες 2).  (Μονάδα 1). iii) Ποια είναι η επικοινωνιακή λειτουργία του μακροπερίοδου λόγου (Μονάδα 1);

                                                                                                               Μονάδες 7

Γ1. Ποιο είναι το θεματικό κέντρο του λογοτεχνικού αποσπάσματος; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας, παραθέτοντας τρεις κειμενικούς δείκτες; Πιστεύετε ότι οι σύγχρονοι νέοι χαρακτηρίζονται από ακαμψία ως προς την υποστήριξη των απόψεών τους;

                                                                                                             Μονάδες 15

Δ1. Σ’ ένα άρθρο (350-400 λέξεις) σας, που θα δημοσιευθεί στην ιστοσελίδα της λυκειακής μονάδας στην οποία φοιτάτε, να θίξετε τις συνέπειες του φανατισμού και να αναδείξετε την κατεύθυνση που πρέπει ν΄ ακολουθηθεί για την αντιμετώπιση αυτού του ανησυχητικού φαινομένου. Να αναπτύξετε την επιχειρηματολογία σας, αξιοποιώντας στοιχεία από τα προς εξέταση κείμενα.

                                                                                                           Μονάδες 30


Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

Γ΄ Λυκείου-Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία: Κριτήριο Αξιολόγησης (Μεσσιανισμός)

 

ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Γ΄ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΜΕΣΣΙΑΝΙΣΜΟΣ

Κριτήριο Αξιολόγησης: Μεσσιανισμός


Κείμενο 1 Αιμίλιος Χουρμούζίος – Μεσσιανισμός (απόσπασμα)

Ο Αιμίλιος Χουρμούζιος (1904-1973)  ήταν Ελληνοκύπριος δημοσιογράφος, κριτικός του θεάτρου, μεταφραστής και δοκιμιογράφος.

1.      Όταν η δημοκρατία λειτουργεί ομαλά, και το κοινωνικό σύνολο δεν επηρεάζεται από καμιά ψύχωση, η λογική γίνεται ο αποφασιστικός παράγων για την εκτίμηση των πολιτικών προγραμμάτων και για την επιλογή των οργάνων της διοικήσεως. Κατά σοφή δε οικονομία έχει γίνει δεκτό ότι η διάρκεια της τετραετίας είναι επαρκής, για να λειτουργήσει ορθολογικά η πολιτική κρίση των διοικούμενων. Ο μεσσιανισμός διεκδικεί την κατάργηση της κοινωνικής κρίσεως και αξιώνει την παράδοση άνευ όρων, μονοπωλώντας υπέρ ενός ατόμου και την κρίση και τα μέσα για την αντιμετώπιση και τη λύση των προβλημάτων της δημόσιας ζωής.

 

2.      Δύο είναι οι κύριες μορφές του μεσσιανισμού, ο μυστικιστικός και ο δικτατορικός. Για να ευνοηθεί ο μεσσιανισμός απαιτείται μειωμένη δύναμη αντιστάσεως της ορθής κρίσεως και όταν ο ψύχραιμος κοινωνικός ορθολογισμός υποχωρεί, τείνει να καταλάβει τις θέσεις που εκκενούνται, ο κοινωνικός μυστικισμός. Ο κοινωνικός μυστικισμός είναι κατάσταση συγγενική με τη μοιρολατρία υπό την έννοια μίας εκούσιας απαλλοτριώσεως της συλλογικής πολιτικής ευθύνης υπέρ του ενός. Στην περίπτωση του μυστικιστικού μεσσιανισμού το κοινωνικό σύνολο αυτοπαραδίδεται με τον δημοκρατικό οπλισμό του, ο οποίος ταχύτατα απορρίπτεται στα άχρηστα. Στην περίπτωση του δικτατορικού μεσσιανισμού το κοινωνικό σύνολο και οι θεσμοί του κατακτώνται με τη βία, αλλά η πρακτική συνέχεια και στις δύο περιπτώσεις είναι ταυτόσημη. Η δημοκρατία αποπνίγεται και στη θέση της υποκαθίσταται η δικτατορία.

 

3.    Οι μεσσίες και οι δικτάτορες είναι πλασμένοι από την ίδια ύλη. Στην καλύτερη περίπτωση είναι σφετεριστές των δημοκρατικών δικαιωμάτων του λαού, στη χειρότερη και συνηθέστερη, είναι πολιτικοί τυχοδιώκτες.

 

4.     «Καλύτερη» πρέπει να θεωρηθεί η περίπτωση της αυτόβουλης από μέρους του λαού, εκχωρήσεως των δημοκρατικών του δικαιωμάτων – η χαρακτηριστικότερη περίπτωση κοινωνικής ψυχώσεως – οπότε έχουμε το φαινόμενο του κοινωνικού μυστικισμού στη νοσηρότερή του εκδήλωση. Η ψυχολογική ιδιοσυστασία των μεσσιών δε διαφέρει και πολύ από την ιδιοσυστασία των δικτατόρων.

 

5.      Αν οι μεσσίες εκμεταλλεύονται ή δημιουργούν την κοινωνική ψύχωση που ευνοεί την προβολή τους, ουσιαστικά δεν αποβλέπουν παρά στη μονοκρατορική άσκηση της εξουσίας, οποιαδήποτε κι αν είναι τα ενδιάμεσα στάδια για την κατάκτησή της. Οι υποψήφιοι δικτάτορες στον ίδιο αντικειμενικό σκοπό αποβλέπουν, μόνο που είναι πιο αδίστακτοι στην πραγμάτωση του σκοπού αυτού. Το γεγονός ότι η δημοκρατία παρέχει όλες τις δυνατότητες για την πολιτική επιβολή μίας προσωπικότητας, αρκεί για ν’ αφαιρέσει απ’ οποιαδήποτε απόπειρα ανώμαλης ανόδου στην αρχή το ηθικό της έρεισμα, μετατάσσοντάς την στον πολιτικό τυχοδιωκτισμό. (.....)

 

6.     Ο μεσσιανισμός είναι παραγωγός και παράγωγο των ψυχώσεων. Μπορεί, δηλαδή, και να επηρεάσει την κοινωνική ψυχολογία αλλά και να αναδυθεί ως συνέπεια της ομαδικής υστερίας, σαν αντίδοτο σ’ ό,τι η υστερία αυτή προεξοφλεί ως απειλή ή ως κίνδυνο. Η εμφάνιση του μεσσιανισμού, εκτός του ότι ανταποκρίνεται σε νοσηρές κοινωνικές ή πολιτικές καταστάσεις, προϋποθέτει και μία ροπή του κοινωνικού συνόλου που χαρακτηρίζει πρακτικές κοινωνικές ανάγκες που πειθαρχούν στη δική τους λογική που ακολουθεί μια κοίτη καθορισμένη από την ιστορική πορεία της ανθρωπότητας: πουθενά δεν έχει σημειωθεί αντιστροφή του ρεύματος. Ό,τι δίνει την εντύπωση αντιστροφής είναι μονάχα ευφυής σκηνογραφία η οποία όμως δεν αντέχει στην πρώτη δυνατή ριπή. Οι μεσσιανισμοί είναι επικινδυνότατες παρενθέσεις στην ομαλή πολιτική ζωή των λαών, ακριβώς διότι, για να ασκήσουν τη γοητεία τους, χρειάζονται την παραπλανητική σκηνογραφία που θολώνει πρόσκαιρα την ορθή κοινωνική κρίση. Αλλά μέσα σ’ αυτό το πρόσκαιρα υπάρχει μεγάλος χώρος για την περιπέτεια.

 

Πηγή: Αιμίλιος Χουρμούζιος, Η περιπέτεια μιας γενεάς: Κοινωνικοπολιτικά δοκίμια, Αθήνα: Εκδόσεις των Φίλων, 1976, σ. 224.

Κείμενο 2: Φώτος Πολίτης- Μεσσιανισμός

Ο Φώτος Πολίτης (1890-1934) υπηρέτησε το ελληνικό θέατρο από πολλές ιδιότητες στα χρόνια του Μεσοπολέμου και παράλληλα καταπιάστηκε με την επιφυλλιδογραφία και την ποίηση.

1.      Δεν ήξερα πως υπάρχει κάπου κάπου κ' εδώ το πνεύμα του «Μεσσιανισμού», η ευλαβητική αναμονή του Υπερανθρώπου, που θα μας σώση από τα δεινά μας. Κι ωστόσο, ένας τελειόφοιτος της Νομικής, νέος με αξιόλογη διανόηση, όπως φαίνεται από το γράμμα που στέλνει, σχολιάζοντας την επιφυλλίδα μου για τις «Προσωπικότητες», μου γράφει μεταξύ άλλων και τούτα: «Άμορφη μάζα ο σημερινός κόσμος, νεφέλωμα πραγματικό, από το οποίον είναι απίθανο να προκύψη ένα ηλιακό σύστημα ωραιότερο. Πρέπει μια υπερκόσμια δύναμη ν' αποσπάση τον πρώτο δακτύλιο και να δημιουργηθή ένας κεντρικός ήλιος». (…)

 

2.      «Ο κόσμος λοιπόν ο σημερινός δε θα σωθή από τις "προσωπικότητες", από άτομα που εμφανίζονται, περισσότερα από ένα, μέσα σ' ένα λαό, αλλά από τη μοναδική προσωπικότητα, που γεννιέται κάθε δυο χιλιάδες χρόνια, στη μεγάλη στιγμή… Θα σωθή λοιπόν, όταν φανή στον ορίζοντα το φωτεινό μετέωρο, ο μεγάλος προφήτης και παιδαγωγός, για να αναδημιουργήση τον άνθρωπο». (…)

 

3.      Μεσσιανισμός ολοκάθαρος. Κατάσταση αντίθετη εντελώς προς το ελληνικό πνεύμα. Δεν αρνούμαι, πως η διατύπωση τέτοιων σκέψεων από ένα νέον άνθρωπο προδίδει λαχτάρες μέσα του αληθινές, ορθή κριτική της σημερινής ζωής κι αγνή τάση για λύτρωση. Δεν είναι όμως καθόλου ευχάριστο οι ευσεβείς πόθοι να παίρνουν τέτοια μορφή. […] Η αναμονή του ατομικού λυτρωμού από μιαν υπεράνθρωπη ή υπερκόσμια δύναμη είναι δείγμα υποκειμενικής ανανδρίας, που μπορεί να υπερνικηθή αργότερα. Καυχιόμαστε να θεωρούμε τους εαυτούς μας απογόνους των αρχαίων Ελλήνων, και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία, πως έχουμε, πραγματικά, περισσότερο από κάθε άλλο λαό, όχι μόνο φυλετική μ' εκείνους συγγένεια, αλλά και συγγένεια εκλεκτική, συγγένεια στη διανόηση, στον τρόπο που αντικρύζουμε, σαν άτομα, τη ζωή. Κι ωστόσο δεν τους ξέρουμε τους προγόνους μας, δεν πασχίζουμε να τους νιώσουμε βαθιά. Αγνοούμε τέλεια την υπεροχή των ανδρών εκείνων, που δεν εφρόντισαν να στήσουν κανέναν Παράδεισον υπερκόσμιο, εκείθε από τη ζωή αλλά και τους σεπτούς ακόμη ίσκιους, που γέμιζαν τα Ηλύσια πεδία, τους περιγράφουν να λαχταρούν τον ήλιο. «Κάτω κόσμος» είναι και για τον Έλληνα του δημοτικού μας τραγουδιού η μετά θάνατον πολιτεία, κι «απάνω κόσμος» η πλάση που μας κρατεί. Τέτοιες αντιλήψεις, ριζωμένες βαθιά στις ψυχές, δείχνουν πως για τον Έλληνα, όποιας εποχής, το Αγαθό, το Αληθινό, το Ωραίο, έχουν αξία καθ' εαυτά, κ' έχουν αξία για τον εαυτό τους. Επιβιώσεις παλιότερης, οχλοκρατικής και θεοκρατικής λατρείας υπάρχουν, βέβαια, και στην αρχαία Ελλάδα, οι Σίσυφοι κ' οι Τάνταλοι κ' οι Δαναΐδες, όμως όλα αυτά είναι πια, στον πέμπτον αιώνα, ιστορίες αφελείς του παλιού καιρού. Ο Έλληνας της χρυσής εποχής δεν κανονίζει τη ζωή του με την αναμονή μεταθανατίου κρίσεως. Γι' αυτόν ο «Ζεύς ἐστιν αἰθήρ, Ζεύς δέ γῆ, Ζεύς δ' οὐρανός, Ζεύς δέ τά πάντα χὢτι τῶνδ' ὑπέρτερον» (Αισχύλος), μ' άλλα λόγια η θεότης, η λύτρωση υπάρχει σ' ό,τι βλέπεις και σ' ό,τι μπορείς να νοήσης. Ούτε Όλυμπος, ούτε Άδης. Αυτά είναι «παραδόσεις», υπολείμματα παλαιάς λατρείας, που παίρνουν συμβολική καθαρώς έκφραση.

4.      Σε τέτοια πλέρια γεύση της ζωής φτάνει μονάχα το ελεύθερο άτομο, ο άνθρωπος που ξέρει, που οφείλει από μέσα του να βρη τους νόμους και τους κανόνες της υπάρξεώς του. Μπορεί να υπάρχουν εδώ κ' εκεί «κρίσιμες στιγμές» για τους λαούς, όταν τους αντικρίζουμε σα σύνολα, για τον κόσμο, όταν τον βλέπουμε σαν άβουλη μάζα. Κρίσιμες στιγμές, επειδή η μάζα αυτή αναταράζεται τότε σαν αγέλη δαρμένη από σιφούνι, σαν κοπάδι, πού ‘χασε σκυλιά και τσομπάνηδες. Για το ελεύθερο όμως άτομο, «κρίσιμη στιγμή» είναι κάθε ώρα της ελεύθερης ζωής του. Δεν έχει το άτομο αυτό την ήρεμη ζωή των κοπαδιών, που βόσκουν, ώρες γαληνές, σε λιπαρά λιβάδια. Η ύπαρξή του είναι αδιάκοπος δαρμός, γιατί με αγώνα βρίσκει την εκλεκτή τροφή του. Ας μην παίρνουμε τα μεγάλα κηρύγματα ζωής μέσα απ' τη θαλπωρή της Εκκλησίας, ας πασχίζουμε να τα νιώθουμε μέσα από τη σκληρή ψυχή του ελευθέρου ατόμου που τα κήρυξε.(…)

5.      Γι' αυτόν, για το ελεύθερο άτομο, δεν υπάρχει δουλική αναμονή λυτρωμού, έξωθεν σωτηρίας. Δεν υπάρχει Μεσσιανισμός. Κάθε στιγμή της ζωής του είναι αναζήτηση του Ωραίου, του Αγαθού, του Αληθινού. Εκείνου, που αυτός, στην ωρισμένη εκείνη στιγμή, νιώθει σαν Αγαθό ή Αληθινό ή Ωραίο, και που η αδιάκοπα πλουτιζόμενη πείρα του το τελειώνει, το μεστώνει με του αγώνος του τα λάφυρα. Κ' έξωθε αν έρθη ένα κήρυγμα ηθικής υγείας και πληθωρικής ζωής, ποιος άλλος θα το νιώση πρώτος, αν όχι αυτός, που χαίρεται για τον εαυτό του το Αληθινό, τ' Ωραίο και τ' Αγαθό; Ο Μεσσίας, κι' αν έρθη, έρχεται πρώτα σ' εκείνους, που δεν τον αποζήτησαν: στους σκληρούς βιοπαλαιστάς, στους συμβολικούς «αλιείς», που δεν ερμηνεύουν γραφές και προφήτες, αλλά έξω από τα πλαίσια της κοινωνίας, μόνοι μέσα στα στοιχεία της φύσεως, «αγράμματοι» και «αμόρφωτοι» για τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους, ακούν στην τρίσβαθη ψυχή τους την πρωτόπλαστη, την παιδική κραυγή του θαυμασμού. […]

6.      Για τον άνθρωπο, που θέλει στ' αλήθεια να κερδίση τη ζωή του, δεν υπάρχει αναμονή εξωτερικής σωτηρίας, μεσσιανισμός. Αυτό μας δίδαξαν οι αρχαίοι, κι' ο Μεσσίας, όταν ήρθε, δεν αναγνωρίστηκε από τους Εβραίους, που τον περίμεναν, αλλά από τον ελληνισμό, που δεν τον ελαχτάρησε ποτέ. Γιατί μονάχα το ελεύθερο, το λυτρωμένο άτομο ξέρει τι είναι κέρδος για τη ζωή του, μ' όποιαν έκφραση κι' αν έρχεται το Αληθινό, το Αγαθό, το Ωραίο.

                         Φ. Πολίτης, Πρωία, 15 Σεπτεμβρίου 1933.

Αναδημοσίευση από: http://ebooks.edu.gr/ebooks/v/html/8547/2678/Ekfrasi-Ekthesi_G-Lykeiou_html-empl/indexf_08.html

 

Κείμενο 3: Φιόντορ Ντοστογιέφσκι -Οι αδελφοί Καραμάζοφ (απόσπασμα)


 

Ο Ρώσος Φιόντορ Ντοστογιέφσκι (1821-1881) λογίζεται ένας απ’ τους επιδραστικότερους συγγραφείς παγκοσμίως. Το συνολικό έργο του περιλαμβάνει 12 μυθιστορήματα 4 νουβέλες, 16 διηγήματα και διάφορα άλλα γραπτά. Στο μυθιστόρημα Οι αδελφοί Καραμάζοφ παρουσιάζεται η ζωή τριών αδελφών, που δεν έχουν τίποτε κοινό μεταξύ τους. Στο παρόν απόσπασμα ο Ιβάν Καραμάζοφ διηγείται στον αδερφό του Αλιόσα μία ιστορία που εκτυλίσσεται στη Σεβίλη του 16ου αιώνα και αναφέρεται στην συνομιλία του Χριστού, ο οποίος έχει επιστρέψει στη Γη,  με τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή.

 

Θέλεις να πας στον κόσμο και πηγαίνεις μ’ αδειανά τα χέρια, με κάποια υπόσχεση ελευθερίας που οι άνθρωποι με την ηλιθιότητά τους και με την έμφυτή τους διαφθορά δεν μπορούν ούτε καν να την κατανοήσουν, που τη φοβούνται και τη σκιάζονται γιατί τίποτα και ποτέ δεν υπήρξε για τον άνθρωπο και την ανθρώπινη κοινωνία πιο αφόρητο απ’ την ελευθερία! Ενώ, βλέπεις αυτές τις πέτρες μέσα σε τούτη τη γυμνή πυραχτωμένη έρημο; Κάνε τες ψωμιά κι η ανθρωπότητα θα τρέξει πίσω Σου σαν κοπάδι, γεμάτη ευγνωμοσύνη κι υπακοή, αν και πάντα θα τρέμει από φόβο πως θα μπορούσες ν’ αποτραβήξεις το χέρι Σου και να πάψεις να τους δίνεις τα ψωμιά Σου. Μα Συ δε θέλησες να στερήσεις απ’ τον άνθρωπο την ελευθερία κι απόρριψες την προσφορά γιατί σκέφτηκες: Τι ελευθερία θα ‘ναι αυτή όταν η υπακοή θα εξαγοραστεί με ψωμιά;

Το ήξερες, δεν μπορούσες να μην το ξέρεις αυτό το βασικό μυστικό της ανθρώπινης φύσης, μα αρνήθηκες τη μοναδική αλάνθαστη σημαία που Σου προτάθηκε για να εξαναγκάσεις όλους να Σε προσκυνήσουν ασυζητητί – τη σημαία του επίγειου άρτου. Και την αρνήθηκες εν ονόματι της ελευθερίας και του επουράνιου άρτου. Κοίτα λοιπόν τι έκανες ακόμα. Κι όλα αυτά πάλι εν ονόματι της ελευθερίας! Σου λέω πως η πιο βασανιστική φροντίδα για τον άνθρωπο είναι τούτη: Ζητάει να βρει όσο μπορεί γρηγορότερα κάποιον που να μπορεί να του παραδώσει εκείνο το δώρο της ελευθερίας που μ’ αυτό γεννιέται ο δύστυχος.(…..)

Αντί να κυριέψεις την ελευθερία των ανθρώπων, Εσύ τους την έκανες ακόμα μεγαλύτερη! Ή μήπως ξέχασες πως ο άνθρωπος προτιμάει την ησυχία, ακόμα και το θάνατο, παρά την ελεύθερη εκλογή εν γνώσει του καλού και του κακού; Δεν υπάρχει τίποτα πιο ελκυστικό για τον άνθρωπο απ’ την ελευθερία της συνείδησής του, μα δεν υπάρχει και τίποτα πιο βασανιστικό.

Θέλησες την ελεύθερη αγάπη του ανθρώπου, θέλησες να Σε ακολουθήσει ελεύθερα. Αντί να υπακούει στον παλιό αυστηρό νόμο, ο άνθρωπος έπρεπε με ελεύθερη καρδιά ν’ αποφασίζει από δω και μπρος ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό, έχοντας μοναδικό του οδηγό τη μορφή Σου. Μα είναι δυνατό λοιπόν να μη σκέφτηκες πως τελικά θ’ απαρνηθεί ακόμα και τη μορφή Σου και την αλήθεια Σου, συντριμμένος κάτω απ’ το τρομερό βάρος: την ελευθερία της εκλογής;(…..)

Δεν κατέβηκες απ’ το σταυρό όταν Σου φωνάζανε περιγελώντας και λοιδορώντας Σε: «Κατέβα απ’ το σταυρό για να πιστέψουμε πως είσαι Συ». Δεν κατέβηκες γιατί και πάλι δε θέλησες να σκλαβώσεις τον άνθρωπο με το θαύμα και λαχταρώντας την ελεύθερη πίστη κι όχι αυτήν που γεννιέται από θαύμα. Λαχταρούσες την ελεύθερη αγάπη κι όχι τους δουλικούς ενθουσιασμούς του σκλάβου, του τρομοκρατημένου μπροστά σε μιαν ισχύ που τον συντρίβει. Μα και δω εκτίμησες τους ανθρώπους τόσο που δεν τ’ αξίζανε, γιατί φυσικά αυτοί είναι δούλοι αν και πλάστηκαν επαναστάτες. Κοίτα και κρίνε μονάχος Σου. Να, πέρασαν πια δεκαπέντε αιώνες. Κοίταξέ τους: Ποιον πήγες ν’ ανυψώσεις ως τον εαυτό Σου; Παίρνω όρκο πως ο άνθρωπος πλάστηκε πιο αδύναμος και πιο ταπεινός απ’ ό,τι τον νόμισες! Μπορεί, μπορεί τάχα να επιτελέσει ό,τι και Εσύ; Εκτιμώντας τον τόσο πολύ φέρθηκες μαζί του σα νάπαψες πια να τον συμπονείς γιατί του ζήτησες πάρα πολλά. Και ποιος; Εκείνος που τον αγάπησε περισσότερο κι απ’ τον εαυτό Του! Αν τον εκτιμούσες λιγότερο, θα του ζητούσες λιγότερα και τότε θα ‘δειχνες πως τον αγαπάς πιο πολύ, γιατί το βάρος που θα τον έβαζες να σηκώσει θα ’ταν μικρότερο. Αυτός είναι αδύναμος και τιποτένιος.

Πηγή: Φιόντορ Ντοστογιέφσκι, Αδελφοί Καραμάζοφ, Μετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου, Αθήνα: Γκοβόστης 2014.

 

Παρατηρήσεις:

Α1. Σε μία παράγραφο 70-80 λέξεων να συνοψίσετε τα χαρακτηριστικά του ελεύθερου ανθρώπου, σύμφωνα με την οπτική του Φώτου Πολίτη, συντάκτη του Κειμένου 2.

Μονάδες 20                                                                                                                              

Β1. Να επιβεβαιώσετε ή να διαψεύσετε τους ακόλουθους ισχυρισμούς που αναφέρονται στο Κείμενο 2 και να αιτιολογήσετε την απάντησή σας με χωρία του κειμένου:

α) Ο Φώτος Πολίτης συμμερίζεται την οπτική του τελειόφοιτου της Νομικής, τη φράση του οποίου επικαλείται. 

β) Ο μεσσιανισμός είναι σύμφυτος με το ελληνικό πνεύμα.

γ) Ο μύθος του Σισύφου δεν έχει κανένα αντίκρισμα για τον Έλληνα του πέμπτου προχριστιανικού αιώνα.

δ) Ο Μεσσίας επισκέπτεται πρωτίστως εκείνους που κάνουν σκοπό τη ζωή τους την έλευσή του.

ε)  Οι Εβραίοι δεν αποδέχτηκαν τον Μεσσία.

Μονάδες 10                                                                                                                         

 

Β2 α) «Ο μεσσιανισμός είναι παραγωγός και παράγωγο των ψυχώσεων.» Τι εννοεί ο Αιμίλιος Χουρμούζιος, συντάκτης του Κειμένου 1; Να αναπτύξετε σε μια παράγραφο 70-80 λέξεων το περιεχόμενο της ανωτέρω πρότασης.

Μονάδες 8                                                                                                                  

β) i) Το Κείμενο 2 εντάσσεται στο κειμενικό είδος της επιφυλλίδας. Να επισημάνετε τρία χαρακτηριστικά του εν λόγω κειμένου που επιβεβαιώνουν τον ανωτέρω ισχυρισμό. (Μονάδες 3) ii) Κομβικό ρόλο στην 5η παράγραφο του Κειμένου 2 έχει μια επανάληψη. Να την επισημάνετε και να σχολιάσετε την επικοινωνιακή της λειτουργία. (Μονάδες 4) iii) Ποιος ο ρόλος της ερώτησης στην ίδια παράγραφο; (Μονάδες 2) iv) Ποιος ο ρόλος της διπλής τελείας στο ακόλουθο απόσπασμα: «Ο Μεσσίας, κι' αν έρθη, έρχεται πρώτα σ' εκείνους, που δεν τον αποζήτησαν:  στους σκληρούς βιοπαλαιστάς, στους συμβολικούς "αλιείς"»; (Μονάδα 1)

Μονάδες 10                                                                                                                           

 

Β3 α) i) Ποια είναι η πρόθεση του συντάκτη στη 2η παράγραφο του Κειμένου 1; (Μονάδες 3) Πώς ο τρόπος που επέλεξε να αναπτύξει την παράγραφο εξυπηρετεί την πρόθεση αυτή; (Μονάδες 3 ii) Να αναδιατυπώσετε το ακόλουθο χωρίο της ίδιας παραγράφου, αξιοποιώντας τη δηλωτική λειτουργία της γλώσσας: «Η δημοκρατία αποπνίγεται και στη θέση της υποκαθίσταται η δικτατορία.» (Μονάδα 1)

Μονάδες 7                                                                                                                            

Γ1. Ποιο είναι το θεματικό κέντρο του λογοτεχνικού αποσπάσματος, σύμφωνα με την κρίση σας; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας, παραθέτοντας τρεις κειμενικούς δείκτες. Ποιες, πιστεύετε, είναι οι προϋποθέσεις, έτσι ώστε ο άνθρωπος: «ν’ αποφασίζει με ελεύθερη καρδιά από δω και μπρος ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό»; (150-200 Μονάδες)

Μονάδες 15                                                                                                                         

Δ1.  Σ’ ένα άρθρο σας (350-400 λέξεις), που θα δημοσιευτεί στη σχολική εφημερίδα του λυκείου που φοιτάτε, καλείτε να αναπτύξετε τα ακόλουθα ερωτήματα:

α) Ποιοι λόγοι ωθούν τους λαούς να αναζητούν την καθοδήγηση από έναν λαμπρό ηγέτη;

β) Ποιες είναι οι συνέπειες αυτής της τάσης;

 Να αναπτύξετε την επιχειρηματολογία σας, αξιοποιώντας δημιουργικά  τα προς εξέταση κείμενα.

Μονάδες 30                                                                                                              

Πλήρες Κριτήριο: Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία (Τράπεζα Θεμάτων 14441)

  ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ (ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ) Α΄ ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΛ     Κείμενο 1 H γλώσσα μας σήμερα Το κεί...