Πέμπτη 19 Οκτωβρίου 2023

Κριτήριο Αξιολόγησης: Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία (Βιβλίο)

 

Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία

Κριτήριο αξιολόγησης: Βιβλίο

Κείμενο Α΄: Μη Λογοτεχνικό

«Ύμνος στο βιβλίο»

 

Το άρθρο «Ύμνος στο βιβλίο», που συνέταξε ο εκπαιδευτικός Νίκος Τσούλιας, δημοσιεύτηκε στην ημερήσια εφημερίδα Ελευθεροτυπία στις 22/4/2005.



«Είναι αργός ο θάνατος γι’ αυτόν που δεν διαβάζει»

Pablo Neruda

Αν επ' ευκαιρία της 23ης Απριλίου, που ήταν η Παγκόσµια Ηµέρα του Βιβλίου, αναρωτιόµασταν πώς θα ήταν η πορεία του ανθρώπου χωρίς αυτό το πνευµατικό αγαθό... Αν κάθε ηµέρα στα µέσα µαζικής επικοινωνίας έβλεπες ανθρώπους σκυµµένους πάνω σε ένα βιβλίο ή κρεµασµένους µε το ένα χέρι από µια λαβή του λεωφορείου και µε το άλλο «κρεµασµένους» από τις σελίδες κάποιου βιβλίου...

 Αν στα σπίτια οι γονείς δεν ήµασταν έρµαια της τηλεοπτικής υποκουλτούρας, ανοίγαµε έστω για µία ώρα ένα βιβλίο και δεν βγάζαµε ανέξοδα κηρύγµατα στα παιδιά µας περί της ανάγκης του διαβάσµατος... Αν στα σχολεία, εµείς οι εκπαιδευτικοί αποδίδαµε ύµνους στο βιβλίο για την προσφορά του στον εξανθρωπισµό του ανθρώπου και επιµέναµε συστηµατικά και αταλάντευτα στην καλλιέργεια της πνευµατικότητας των µαθητών µας... Αν στους χώρους εργασίας κατά την ώρα των διαλειµµάτων, οι εργαζόµενοι άκουγαν ποίηση όπως γίνεται αλλού... Αν οι πολιτικοί δεν ανακάλυπταν τα βιβλία κυρίως στις παρουσιάσεις και είχαν κατανοήσει τι σηµαίνουν οι κοινωνίες της γνώσης...

Τότε ο πολίτης θα είχε πιο συγκροτηµένη άποψη για τη ζωή, θα ήταν πιο διεκδικητικός για τα δικαιώµατά του και δεν θα ήταν ευάλωτος στις εµπορευµατοποιηµένες αντιλήψεις. Τότε οι νέοι µας θα έβλεπαν το σχολείο και το πανεπιστήµιο όχι µόνο µε χρησιµοθηρική - επαγγελµατική νοοτροπία αλλά και ως θεσµούς προαγωγής των ανθρωπιστικών αξιών και ως τόπους θεµελίωσης µιας διά βίου µόρφωσης. Τότε θα είχαµε άλλους προϋπολογισµούς για την παιδεία και ανάπτυξη δεν θα σήµαινε µόνο έργα µε όλο και περισσότερο τσιµέντο αλλά κυρίως επένδυση στη γνώση. Τότε θα ήταν αρκετά διαφορετική η εξέλιξη της χώρας µας και η προοπτική προόδου της κοινωνίας µας.

Και για όλα αυτά δεν έχει σηµασία ποια είναι η αιτία και ποιο το αποτέλεσµα για την αρνητική σχέση του Έλληνα µε το βιβλίο, αν δηλαδή ευθύνεται πρώτα το σχολείο ή γενικά η πολιτεία. Υπάρχουν, κατά τη γνώµη µου, δύο βεβαιότητες. Πρώτη, οποιοδήποτε σύστηµα εξουσίας δεν θέλει ποτέ πολίτες µε κριτική σκέψη και µε πνευµατική αυτονοµία, γιατί πολύ απλά θα το αµφισβητούν και κάνει καθετί για να χειραγωγεί τους ανθρώπους.

∆εύτερη, η ελληνική οικογένεια γνωρίζει την αξία της µάθησης, γι' αυτό και προσπαθεί να δώσει πολλά µορφωτικά εφόδια στα παιδιά της, αλλά δεν κάνει αυτή την άποψή της κυρίαρχη στις πολιτικές της συµπεριφορές, ως εκ τούτου η αντιπνευµατικότητα κυριαρχεί στην πολιτική σφαίρα. Το ότι δεν διαµορφώθηκε ποτέ εθνική πολιτική βιβλίου ούτε και κάποια στοιχειώδης ανάπτυξη δηµόσιων λαϊκών βιβλιοθηκών (µόνη σοβαρή προσπάθεια έγινε από τον Καποδίστρια), δεν είναι καθόλου τυχαίο.

Σήµερα όπου η παγκοσµιοποίηση απειλεί µε την ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων και µε την οµογενοποίηση των πολιτισµών στο χωνευτήρι της «µονόδροµης σκέψης», η εθνική συνείδηση και η αυτογνωσία ενός λαού αποκτούν πιο επιτακτικό χαρακτήρα, η πνευµατική καλλιέργεια και οι κοινωνικοί αγώνες είναι σηµατωροί για µια προοδευτική πορεία. Η εθνική µας ανησυχία δεν µπορεί να διακρίνεται στο αν ένας µαθητής µεταναστών γονέων είναι σηµαιοφόρος γιατί τίµησε τα ελληνικά γράµµατα. Γι' αυτό θα πρέπει να νιώθουµε όµορφα. Αντίθετα πρέπει να ανησυχούµε που δεν υπάρχει οργανωµένη εθνική βιβλιογραφία, που η επίσηµη πολιτεία δεν έχει στηρίξει την έκδοση του συνόλου των αρχαίων συγγραφέων.

Πώς µπορούµε να επαιρόµεθα για την καταγωγή µας, που περιέχει βασικά θεµέλια συγκρότησης της ανθρώπινης σκέψης, και να µη γνωρίζουµε κρίσιµα στοιχεία της; Σ' έναν κόσµο που αλλάζει ραγδαία και γίνεται όλο και πιο σύνθετος, µπορείς να κατανοήσεις τις διεργασίες και να δώσεις τη δική σου ερµηνεία για τη ζωή αν δεν έχεις ερωτική σχέση µε τη γνώση;

Με το προσωπικό διάβασµα, ο Αριστοτέλης, ο Σπινόζα, ο Καντ, ο Αϊνστάιν, ο Σεφέρης, ο Ρίτσος... συνοµιλούν µεταξύ τους αλλά και µε εµάς, µε θέατρο το δικό µας νοητικό σύµπαν. Και εµείς ως σκηνοθέτες νιώθουµε τη γοητεία του όµορφου ταξιδιού της αυτογνωσίας.

Συνδεόµαστε µε το νήµα της ανάγνωσης, και ιδιαίτερα µέσω των κλασικών κειµένων «συναντιόµαστε» µε ανθρώπους που έζησαν πριν από πολλά χρόνια, που θα ζήσουν µετά από αιώνες, µε ανθρώπους που είναι στην άλλη άκρη της Γης και ποτέ δεν θα τους δούµε. Μπορούµε να µη λατρεύουµε το βιβλίο;

 

Νίκος Τσούλιας

Εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» 22/4/2005

 

Κείμενο Β΄ : Μη Λογοτεχνικό

 

«Το βιβλίο ποτέ δεν πεθαίνει»

 


O Umberto Eco (1932-2016), Ιταλός σημειολόγος, δοκιμιογράφος, κριτικός λογοτεχνίας και μυθιστοριογράφος, εκθέτει τις απόψεις του για το βιβλίο, στα χρόνια που η αλματώδης πρόοδος της νέας τεχνολογίας έχει επηρεάσει ανάμεσα στ’ άλλα και τον χώρο της ανάγνωσης.

 

Τα βιβλία που πρέπει να διαβάζουµε δεν µπορούν να αντικατασταθούν από κανένα ιδιόρρυθµο ηλεκτρονικό κατασκεύασµα. Έχουν συγγραφεί για να τα παίρνουµε στα χέρια µας, ακόµη και στο κρεβάτι, ακόµη και µέσα στο πλήθος, ακόµη και εκεί όπου δεν υπάρχουν ηλεκτρονικές πρίζες, ακόµη και όπου και όταν οποιαδήποτε µπαταρία έχει αποφορτιστεί, µπορούµε να τα υπογραµµίζουµε, µας επιτρέπουν να δηλώνουµε τις γωνίες των σελίδων τους ή να βάζουµε σελιδοδείχτες, µπορούµε να τα αφήσουµε να πέσουν στη γη ή να τα εγκαταλείψουµε ανοιχτά πάνω στο στήθος ή στα γόνατα, όταν µας παίρνει ο ύπνος, µπαίνουν στη τσέπη, φθείρονται, παίρνουν µια ατοµική φυσιογνωµία ανάλογα µε την ένταση και την κανονικότητα των αναγνώσεών µας, µας θυµίζουν (αν µας φαίνονται υπερβολικά καινούρια και άκοπα) ότι δεν τα έχουµε ακόµη διαβάσει, τα διαβάζουµε κρατώντας το κεφάλι - όπως θέλουµε εµείς - χωρίς να µας επιβάλλουν την ακίνητη και τεντωµένη ανάγνωση της οθόνης ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή, φιλικότατου σε όλα, εκτός από τον αυχένα. Δοκιµάστε να διαβάσετε όλη τη «Θεία Κωµωδία», έστω και µόνο για µια ώρα την ηµέρα, σε έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και έπειτα τα λέµε.

Το βιβλίο που πρέπει να διαβάζουµε ανήκει σε εκείνα τα θαύµατα µιας αέναης τεχνολογίας, της οποίας µέρος αποτελούν ο τροχός, το µαχαίρι, το κουτάλι, το σφυρί, το τσουκάλι, το ποδήλατο. Το µαχαίρι επινοήθηκε πολύ νωρίς, το ποδήλατο πολύ µεταγενέστερα. Αλλά όσο και αν οι σχεδιαστές αντιγράφουν ιδέες, τροποποιώντας κάποια λεπτοµέρεια, η ουσία του µαχαιριού παραµένει αναλλοίωτη. Υπάρχουν µηχανές που αντικαθιστούν το σφυρί, αλλά για ορισµένα πράγµατα θα είναι αναγκαίο κάτι που θα µοιάζει µε το πρώτο σφυρί που εµφανίστηκε αρχέγονα πάνω στην επιφάνεια της Γης. Μπορείτε να επινοήσετε ένα τέτοιο σύστηµα αλλαγής ταχυτήτων, αλλά το ποδήλατο παραµένει αυτό που είναι: δύο ρόδες, µια σέλα και τα πεντάλια. ιαφορετικά, ονοµάζεται µηχανάκι και είναι µια άλλη υπόθεση.

  Οι άνθρωποι για αιώνες σηµείωσαν βήµατα προόδου διαβάζοντας και γράφοντας, πρώτα πάνω σε πέτρες, έπειτα πάνω σε κηρωµένες πλάκες, κατόπιν πάνω σε περγαµηνές παπύρου, αλλά ήταν υπερβολικός µόχθος. Όταν ανακάλυψαν ότι µπορούσαν να δένουν µεταξύ τους τα φύλλα, έστω και αν ήσαν ακόµη χειρόγραφα, έβγαλαν ένα στεναγµό ανακούφισης. Και ποτέ πια δεν θα µπορέσουν να απαρνηθούν αυτό το θαυµαστό επίτευγµα.

 

 

Η µορφή-βιβλίο καθορίστηκε από την ανθρώπινη ανατοµία. Μπορούν να υπάρχουν ογκώδη βιβλία, αλλά αυτά έχουν κυρίως τη λειτουργία ντοκουµέντου ή διακόσµησης. Το στάνταρ-βιβλίο δεν πρέπει να είναι πιο µικρό από ένα πακέτο τσιγάρα ή πιο µεγάλο από το «Espresso». Εξαρτάται από τις διαστάσεις του χεριού και αυτές τουλάχιστον για την ώρα δεν έχουν αλλάξει, αν µας επιτρέπει ο Μπιλ Γκέιτς.

 Είναι αλήθεια ότι η τεχνολογία µας υπόσχεται µηχανές, µε τις οποίες θα µπορούµε να εξερευνούµε µέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή τις βιβλιοθήκες όλου του κόσµου, να επιλέγουµε τα κείµενα που µας ενδιαφέρουν, να τα εκτυπώνουµε στο σπίτι µας µέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, µε τους χαρακτήρες που επιθυµούµε- ανάλογα µε το βαθµό της πρεσβυωπίας µας και τις αισθητικές µας προτιµήσεις- ενώ το ίδιο φωτογραφικό µηχάνηµα θα τακτοποιεί τα φύλλα και θα τα δένει, έτσι ώστε καθένας να µπορεί να συνθέτει προσωπικά έργα. Και λοιπόν; Θα αφανισθούν οι στοιχειοθέτες, τα τυπογραφεία, τα παραδοσιακά βιβλιοδετεία, αλλά θα έχουµε στα χέρια µας διαχρονικά ένα βιβλίο. 

Umberto Eco

 

Κείμενο Γ΄: Λογοτεχνικό

Ray BradburyΦαρενάιτ 451 (απόσπασμα)



Το 1953 ο Ray Bradbury (1920-2012), έγραψε το μυθιστόρημα Fahrenheit 451 (Φαρενάιτ 451). Ο παράξενος τίτλος του έργου παραπέμπει στους βαθμούς της θερμοκρασίας κατά την οποία ένα βιβλίο καίγεται. 

[…] ”Είμαστε συνηθισμένοι σε όλα αυτά. Ξέρεις, όλοι μας έχουμε κάνει τη σωστή σειρά λαθών, αλλιώς δεν θα ήμασταν τώρα εδώ. Όταν ζούσαμε ως ξεχωριστά άτομα, δεν νιώθαμε παρά μονάχα οργή. Εγώ χτύπησα έναν πυροσβέστη όταν, πριν από χρόνια, ήρθε να κάψει την βιβλιοθήκη μου. Από τότε δεν σταμάτησαν να με κυνηγούν παντού. Θέλεις να έρθεις στη συντροφιά μας, Μοντάγκιου;” “Ναι!” “Λοιπόν, τί μπορείς να μας προσφέρεις;…” “Μάλλον τίποτε. Πίστευα ότι είχα ένα μέρος από τον Εκκλησιαστή και ίσως λίγη Αποκάλυψη, αλλά τώρα ούτε αυτά δεν τα έχω…” “Τον Εκκλησιαστή είπες; Υπέροχα! Πού είναι;…” “Εδώ μέσα…” είπε ο Μοντάγκιου και έδειξε το κεφάλι του. “Α, μάλιστα…” Ο Γκρέιντζερ χαμογέλασε και κούνησε συγκαταβατικά το κεφάλι του. “Μάλιστα…” Ο Γκρέιντζερ στράφηκε προς τον Αιδεσιμότατο: “Έχουμε κανένα βιβλίο του Εκκλησιαστή;…” “Ένα. Είναι ένας άνδρας ονόματι Χάρις, από το Γιάνγκστάουν…”

 

Ο Γκρέιντζερ έπιασε τον Μοντάγκιου από τον ώμο: “Βάδιζε προσεκτικά. Πρόσεχε πολύ την υγεία σου. Ξέρεις, όλοι μας έχουμε φωτογραφική μνήμη, αλλά ξοδέψαμε μία ολόκληρη ζωή μαθαίνοντας πως να συγκρατούμε τα πράγματα που έτσι κι αλλιώς είναι φυλαγμένα εκεί μέσα. Ο κ. Σίμονς από δω, έχει εργαστεί επίπονα στο θέμα αυτό επί είκοσι χρόνια, και ήδη κατέχουμε τη μέθοδο να ανακαλούμε ανά πάσα στιγμή οτιδήποτε διαβάσαμε ποτέ. Θα σου άρεσε, άραγε, κάποια μέρα να διαβάσεις την Πολιτεία του Πλάτωνα;” “Βεβαίως…” “Εγώ είμαι η Πολιτεία του Πλάτωνα… Μήπως θέλεις να διαβάσεις Μάρκο Αυρήλιο; Ο κ. Σίμονς είναι ο Μάρκος Αυρήλιος…” “Χαίρω πολύ”, είπε ο κ. Σίμονς. “Παρομοίως” χαμογέλασε ο Μοντάγκιου.

 

”Λοιπόν, επέτρεψέ μου να σου συστήσω τον Τζόναθαν Σουίφτ, τον συγγραφέα του αμαρτωλού πολιτικού βιβλίου Τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ. Ο κύριος που στέκεται δίπλα του είναι ο Δαρβίνος. Ο κύριος από δω είναι ο Σοπενχάουερ, κι εκείνος εκεί είναι ο Αϊνστάιν. Ο κύριος δίπλα μου είναι ο Άλμπερτ Σβάιτσερ, ένας αληθινά ευγενής φιλόσοφος. Όλοι είμαστε εδώ, καλέ μου Μοντάγκιου: ο Αριστοφάνης και ο Μαχάτμα Γκάντι και ο Γκοντάμα Βούδας και ο Κομφούκιος και ο Τόμας Λαβ Πήκοκ και ο Τόμας Τζέφερσον και ο κύριος Λίνκολν. Και ταυτόχρονα είμαστε και ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης…” Όλοι γέλασαν σιγανά.

 

”Δεν είναι δυνατόν!” αναφώνησε ο Μοντάγκιου. “Κι όμως, είναι…” αποκρίθηκε με ένα αινιγματικό χαμόγελο ο Γκρέιντζερ. “Και επίσης είμαστε και εμπρηστές βιβλίων. Διαβάσαμε τα βιβλία και ύστερα τα κάψαμε από φόβο μήπως και τα ανακαλύψουν. Τα μικροφίλμ δεν θα μας βοηθούσαν, διότι και αυτά μπορεί να ανακαλυφθούν και να καταστραφούν, ξέρεις καλά πόσο εύκολα μπορείς να γίνεις ύποπτος, και επιπλέον, ταξιδεύουμε συνεχώς, δεν θα μπορούσαμε να θάβουμε τα μικροφίλμ και να επιστρέφουμε αργότερα στο ίδιο σημείο. Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος να ανακαλυφθεί κάθε σχετικό αντικείμενο.

 

Είναι προτιμότερο να φυλάμε τα βιβλία μέσα στα κεφάλια μας, όπου κανείς απολύτως δεν μπορεί να τα δει, ούτε και να υποψιαστεί την ύπαρξή τους. Είμαστε όλοι μας αποσπάσματα ή και μεγάλα κομμάτια Ιστορίας, Λογοτεχνίας, Φιλοσοφίας, Ποίησης και Διεθνούς Δικαίου. Ο Μπάιρον, ο Τόμας Παίην, ο Μακιαβέλι, οι πάντες είναι εδώ, μαζί μας… Και η ώρα είναι ήδη περασμένη. Ο πόλεμος αρχίζει από στιγμή σε στιγμή. Και είμαστε όλοι εδώ, και η πόλη είναι εκεί, τυλιγμένη ολόκληρη μέσα στο μανδύα της με τα χίλια χρώματα.

 

…”Το μόνο που θέλουμε είναι να διατηρήσουμε άθικτη την πολύτιμη γνώση. Προς το παρόν, δεν θέλουμε να ερεθίσουμε ούτε να εξοργίσουμε κανέναν. Διότι, αν χαθούμε εμείς, η γνώση θα πεθάνει ίσως για πάντα… Βαδίζουμε ακολουθώντας τις παλιές γραμμές των τραίνων, την νύχτα κοιμόμαστε στους λόφους και οι άνθρωποι της πόλης μας αφήνουν στην ησυχία μας. Μερικές φορές μας σταματούν και μας ψάχνουν, αλλά δεν βρίσκουν πάνω μας κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο. Η οργάνωσή μας είναι ελαστική και ευλύγιστη, απίστευτα χαλαρή και αποσπασματική. Μερικοί από εμάς έχουμε αλλάξει τα πρόσωπά μας με πλαστική εγχείρηση, το ίδιο και τα δακτυλικά μας αποτυπώματα. Για την ώρα το έργο μας είναι βασανιστικό, περιμένουμε την αρχή και, ελπίζω σύντομα, το τέλος του πολέμου. Τότε δεν θα είμαστε πλέον κάτω από τον έλεγχο των δυναστών μας, δεν θα είμαστε πια μια παράξενη μειονότητα που κλαίει στις ερημιές.

 

”Θα μεταδώσουμε προφορικά τα βιβλία στα παιδιά μας, κι αυτά με τη σειρά τους θα τα μεταδώσουν στους άλλους. Βέβαια, πολλά βιβλία θα χαθούν έτσι. Αλλά δεν μπορείς να αναγκάσεις τον κόσμο να σε ακούσει. Πρέπει να έρθουν σ’ εμάς από μόνοι τους, όταν θα έρθει εκείνη η ώρα που θα αναρωτηθούν τι συνέβη και ο κόσμος έχει φύγει κάτω από τα πόδια τους. Αυτό δεν θα αργήσει να γίνει…” “Πόσοι είστε συνολικά;” “Είμαστε χιλιάδες στους δρόμους, στις ξεχασμένες σιδηροδρομικές γραμμές, στους λόφους, αλήτες εξωτερικά, ενώ μέσα μας είμαστε βιβλιοθήκες… Ο καθένας απομνημόνευε το βιβλίο που ήθελε να θυμάται, έτσι ξεκίνησαν όλα. Έπειτα, τα τελευταία είκοσι χρόνια, συναντούσαμε ο ένας τον άλλον στο ταξίδι της περιπλάνησής μας, πλέκαμε το δίκτυο αργά και σταθερά, καταστρώναμε το μυστικό μας σχέδιο… Όμως, ως άνθρωποι, δεν είμαστε παρά φθαρμένες και σκονισμένες θήκες βιβλίων, τελείως ασήμαντοι κατά τα άλλα.»

 

Πηγή: Ray Bradbury, Φαρενάιτ 451, μετάφραση: Βασίλης Δουβίτσας. Αθήνα: Άγρα 2012.

 

Παρατηρήσεις:

ΘΕΜΑ Α:

Α1. Πού αποδίδει ο συντάκτης του κειμένου Α την αρνητική σχέση με το βιβλίο; Να απαντήσετε την ερώτηση σε μια παράγραφο 60-70 λέξεων.

                                                                                                                   Μονάδες 20

ΘΕΜΑ Β:

Β1. α) Να χαρακτηρίσετε τις προτάσεις που ακολουθούν γράφοντας στο τετράδιό σας, τη λέξη Σωστό ή Λάθος και να αιτιολογήσετε την επιλογή σας βασισμένοι στο Κείμενο Α΄

 

α) Η φιλαναγνωσία μπορεί να λειτουργήσει ως αντίδοτο απέναντι στην εμπορευματοποίηση.

β) Στην Ελλάδα οι φοιτητές βλέπουν μόνο ωφελιμιστικά τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

γ) Η ελληνική οικογένεια δεν ενδιαφέρεται για την πνευματική καλλιέργεια των παιδιών.

δ) Οι αρχαίοι Ἐλληνες συγγραφείς έχουν εκδοθεί με δαπάνη της πολιτείας.

ε) Το βιβλίο καταργεί τις χωροχρονικές αποστάσεις.

                                                                                                                      Μονάδες 10

Β2 α) i) Ποιο είναι το βασικό μήνυμα του κειμένου Β΄. Σε ποιο επίπεδο ταυτίζεται ή αποκλίνει η στόχευση του Κειμένου Α και του Κειμένου Β; ( Μονάδες 4) ii)Υπό ποια οπτική γωνία προσεγγίζεται το Κείμενο Α; Πως αυτό πιστοποιείται (Μονάδες 3); iii) Να σχολιάσετε τον τίτλο του  κειμένου Β΄, αναφερόμενοι και στη σχέση του με το περιεχόμενο όσων παραθέτει ο Umberto Eco (Mονάδες 3).

                                                                                                                      Μονάδες 10                                                                                                           

  Β3. α. Να αιτιολογήσετε τις ακόλουθες εκφραστικές επιλογές του συντάκτη του κειμένου Α΄:

1) χρήση α΄ πληθυντικού προσώπου: Αν στα σπίτια οι γονείς δεν ήµασταν έρµαια της τηλεοπτικής υποκουλτούρας

2) χρήση παρενθέσεων: (µόνη σοβαρή προσπάθεια έγινε από τον Καποδίστρια)

3) μακροπερίοδος λόγος: Σήµερα όπου η παγκοσµιοποίηση απειλεί µε την ένταση των κοινωνικών ανισοτήτων και µε την οµογενοποίηση των πολιτισµών στο χωνευτήρι της «µονόδροµης σκέψης», η εθνική συνείδηση και η αυτογνωσία ενός λαού αποκτούν πιο επιτακτικό χαρακτήρα, η πνευµατική καλλιέργεια και οι κοινωνικοί αγώνες είναι σηµατωροί για µια προοδευτική πορεία.

4) ασύνδετο σχήμα: ο Αριστοτέλης, ο Σπινόζα, ο Καντ, ο Αϊνστάιν, ο Σεφέρης, ο Ρίτσος... συνοµιλούν µεταξύ τους αλλά και µε εµάς, µε θέατρο το δικό µας νοητικό σύµπαν.

5) χρήση αποσιωπητικών: ο Αριστοτέλης, ο Σπινόζα, ο Καντ, ο Αϊνστάιν, ο Σεφέρης, ο Ρίτσος... συνοµιλούν µεταξύ τους αλλά και µε εµάς, µε θέατρο το δικό µας νοητικό σύµπαν.

                                                                                                                       Μονάδες 5

β.  Να αποδώσετε τα μεταφορικά σημεία με δηλωτικά τους συνώνυμα (μονολεκτικά ή περιφραστικά) χωρίς να παραφράσετε το νόημα.

Με το προσωπικό διάβασµα, ο Αριστοτέλης, ο Σπινόζα, ο Καντ, ο Αϊνστάιν, ο Σεφέρης, ο Ρίτσος... συνοµιλούν µεταξύ τους αλλά και µε εµάς, µε θέατρο το δικό µας νοητικό σύµπαν. Και εµείς ως σκηνοθέτες νιώθουµε τη γοητεία του όµορφου ταξιδιού της αυτογνωσίας.

                                                                                                                       Μονάδες 5

γ. Ποια έγκλιση κυριαρχεί στη δεύτερη παράγραφο του Κειμένου Α’ και γιατί;

                                                                                                                     Μονάδες 5

Γ. Ποιο είναι το θέμα του προς εξέταση λογοτεχνικού κειμένου; Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας παραθέτοντας τρεις κειμενικούς δείκτες. Υπάρχουν κοινοί τόποι ανάμεσα στη δυστοπική κοινωνία, που περιγράφεται στο Κειμένο Γ και την αντίστοιχη σημερινή, ως προς το ζήτημα της αποτίμησης των βιβλίων; (150-200 λέξεις)

                                                                                                                   Μονάδες 15

Δ. Στην εποχή μας, την εποχή της παγκοσμιοποίησης, της τεχνολογίας και της αποξένωσης, οι άνθρωποι και ιδιαίτερα οι νέοι έχουν απομακρυνθεί από το βιβλίο και αυτό έχει κατακερματίσει την σκέψη, την κρίση και τη γλώσσα τους. Να γράψετε ένα άρθρο (350-400 λέξεις), όπου θα σχολιάσετε τα αίτια της απομάκρυνσης του ανθρώπου απ’ τη φιλαναγνωσία και θα προτείνετε τρόπους γεφύρωσης της σχέσης με το βιβλίο.  Να αντλήσετε στοιχεία από τα κείμενα αναφοράς και το λογοτεχνικό κείμενο.

                                                                                                                     Μονάδες 30


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πλήρες Κριτήριο: Νεοελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία (Τράπεζα Θεμάτων 14441)

  ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ (ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ) Α΄ ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΚΑΙ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΓΕΛ     Κείμενο 1 H γλώσσα μας σήμερα Το κεί...